Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

Κι όμως....

Λένε πως  οι άνθρωποι έχουν περίεργες συμπεριφορές ώρες-ώρες  και ανεξήγητα προαισθήματα που τα επαληθεύει η πραγματικότητα.

Πάνε κιόλας  πέντε ολόκληρα χρόνια. Να! Σαν χθες μου φαίνεται που κάθονταν εκεί στο ντιβανάκι του με τη συνηθισμένη του πυτζάμα και τη ρόμπα του. Καλωδιωμένος με ένα σωληνάκι που του εξασφάλιζε τη δεδομένη για μας, στερημένη για κείνον,  αναπνοή και δεν τον άφηνε να πάει πιο πέρα από το μήκος του σωλήνα. Πληρώνεται ακριβά η ζωή μερικές φορές. Για να σου δώσει τα αυτονόητα πρέπει να της δώσεις κάτι σε αντάλλαγμα. Σαν τον αισώπειο σκύλο που η τροφή του οφειλόταν στη στέρηση της ελευθερίας. Έτσι και ο παππούς μου! Για να αναπνέει έπρεπε να βρίσκεται μέσα στο σπίτι σε ακτίνα μόλις δυο μέτρων!  
Στην αρχή δεν παραπονιότανε ιδιαίτερα. Το μόνο που ζητούσε ήτανε παρέα. Να μας έχει κοντά του! Το δικαιούνταν άλλωστε. Ο παππούς μου, που λέτε, ήτανε ένας αξιολάτρευτος παππούς. Αν αυτό ισχύει για όλους του παππούδες του κόσμου δεν ξέρω. Επίσης δεν ξέρω αν ένας άνθρωπος είναι αξιολάτρευτος ως παππούς αλλά όχι ο ίδιος άνθρωπος ως πατέρας ή ως σύζυγος και τούμπαλιν!  
Ψηλός, γεροδεμένος, από τους ανθρώπους που έστυβαν την πέτρα, με χέρια δυνατά, δουλεμένα. Είχε περήφανο περπάτημα, αργό και σταθερό βήμα και παρά τα γηρατειά του είκαζες εύκολα πως στα νιάτα του ήτανε ωραίος άντρας! Άλλωστε το λένε όλοι κι όχι μοναχά η γιαγιά μου.  
        Αλλά εμένα δε με ένοιαζε η εξωτερική του ομορφιά όσο αυτή της ψυχής του. Με ένοιαζε που ήτανε ένας παππούς ευαίσθητος. Με ενδιέφερε που ήτανε ένας παππούς της δευτέρας Δημοτικού αλλά που ασχολούνταν με τα πολιτικά με εκείνη τη γνωστή σφοδρότητα του καφενείου «Η ωραία Ελλάς» και πως ό,τι έλεγε το πίστευε! Βυθιζόμουνα σε απύθμενες σκέψεις, όταν τον άκουγα να μαίνεται με τους πολιτικούς, γιατί του έφαγαν τους κόπους μιας ζωής σε εργοστάσια και οικοδομές. Μου σπάραζε την καρδιά, όταν τον έβλεπα να κλαίει από διάχυτη ευαισθησία και καμάρι για παιδιά που πετυχαίνουν στόχους μέσα από αγώνες με στερήσεις. Ράγιζα, όταν η δική του η φωνή έσπαγε στο τηλεφώνημα που έπαιρνε από τα αδέρφια του που ήταν μακριά. Τον άκουγα όλη αφτιά, όταν μας συμβούλευε με τον αδερφό μου να είμαστε αγαπημένα και μας τόνιζε συνέχεια με άπταιστα γρεβενιώτικη προφορά: «Τ’ μάνα σας κι τα μάτια σας!!!». Γελούσα, όταν με έστελνε στο προποτζίδικο να του ρίξω το ΛΟΤΤΟ, γιατί, πριν πάω, είχε «μοιράσει» ήδη τα λεφτά, που δεν κέρδισε ποτέ, στα έξι εγγόνια και τις τρεις του κόρες. Και δεν είδα κανέναν άλλον παππού να μοιράζει το πενιχρό της σύνταξής του δώρο και να κρατάει για τον ίδιο μέρισμα που το προόριζε για το οικογενειακό με όλα του τα παιδιά και εγγόνια χριστουγεννιάτικο ή πασχαλιάτικο τραπέζι.
        Κι όμως, αυτόν τον παππού μου στέρησε η μοίρα πολύ νωρίς. Δεν του επέτρεψε να ζήσει με την οικογένειά του, όπως λογάριαζε. Αγώνες μιας ζωής που πήγανε στο βρόντο. Εξασφάλιζε απλά και διεκδικούσε στο τέλος ένα κρεβάτι στο νοσοκομείο και μια ζωή εξαρτημένη από τον τεχνητό παροχέα οξυγόνου και από τους άλλους, τους γιατρούς και τα παιδιά του που θα τον περιθάλπανε. Ζητιάνευε μιαν αξιοπρέπεια από έναν Θεό που του ‘κοβε λίγο-λίγο το πνευμόνι, που του τέλειωσε μέσα σε έξι μήνες το λαδάκι απ’ το καντήλι του με ορμή καλπάζουσα. Μα ήτανε τόσο νέος, αν και παππούς!
 Οι Μοίρες στο κρεβάτι του όταν ήρθαν, τότε, όταν γεννήθηκε, αποφάσισαν για εκείνον μια σύντομη διαδρομή και σίγουρα όχι στρωμένη με ροδοπέταλα. Αλλά εμείς, τα αχόρταγα και εγωιστικά όντα, που δεν καταλήξαμε ακόμα στο αν ο θάνατος για ορισμένες περιπτώσεις είναι λύτρωση, τον θέλαμε «έστω κι έτσι», καθηλωμένο και ανήμπορο κοντά μας. Το γιατί δεν το κατάλαβα ποτέ! Δεν ξέρω αν, όταν κάποιος φεύγει, στενοχωριέμαι για εκείνον που δε ζει πια ή για μένα που δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου δίχως εκείνον.
Εγωισμός ή αλτρουισμός η απώλεια του άλλου?
        Το μόνο που ξέρω είναι ότι προσπαθούσα απεγνωσμένα να δώσω (τρομάρα μου!) κουράγιο στον παππού μου τον Παύλο ότι θα ζήσει. Ακόμη κι αν έβλεπα ότι μετρούσε αντίστροφα το χρόνο. Του έλεγα: «Παππού, στη γιορτή σου θα κάνουμε γλέντι μεγάλο! Θα βγεις από το νοσοκομείο και θα είναι όλα καλά!» και εκείνος, αρχές Ιούνη του 2006 ήτανε, όταν μου απάντησε: «Όχ’ χρυσό μ’ πιδί δέ θα ‘νι! Γιατί ιγώ, θα ζήσου μέχρ’ ντ’ γιουρτή μ’ κι τν άλλ' μέρα θα μι “πάρ’” η μάνα μ’» (=όχι χρυσό μου, δε θα ‘ναι! Γιατί εγώ θα ζήσω μέχρι τη γιορτή μου και την άλλη μέρα θα με “πάρει” η μάνα μου)
        ...όπερ και εγένετο: Ο παππούς έζησε μέχρι τη γιορτή του, Πέτρου και Παύλου, (Καλή ώρα!) στις 29 Ιουνίου, του είπαμε «Χρόνια Πολλά» και του ευχηθήκαμε να ζήσει. Αλλά εκείνος έπραξε με απόλυτη συνέπεια, όπως μας το δήλωσε ένα μήνα πριν: Την επόμενη μέρα, στις 30 Ιουνίου, άφησε την τελευταία του πνοή, την ίδια ημερομηνία, την ίδια ώρα, στην ίδια ηλικία από την ίδια ασθένεια στα 20 χρόνια ακριβώς με τη μάνα του. Κι εκείνη τον “πήρε” κοντά της......
Δεν το πιστεύετε? Κι όμως...
       

12 σχόλια:

  1. Sabrina μου,
    ο χαμός αγαπημένων προσώπων σημαδεύει τη ζωή μας ειδικά όταν είναι από τις πρώτες απώλειες που βιώνουμε. Μέχρι τότε νομίζουμε ότι ο θάνατος δεν αγγίζει την οικογένειά μας. Ομως όταν έρχεται εκείνη η ώρα, επιστρατεύονται ασύλληπτες δυνάμεις. Θυμάμαι τον πατέρα μου που διαισθανόμενος το τέλος, μας ανακοίνωσε ότι ήταν η τελευταία φορά που ανέβαινε στο χωριό μας που τόσο λάτρευε. Και θυμάμαι και τον εαυτό μου που όταν ανέβαινε η ψυχολογία μου ένιωθα κρατώντας του το χέρι ότι τον γεμίζω με δύναμη και ζωή. Και όταν έρχονταν η απογοήτευση και ένιωθα ότι δεν έχω τη δύναμη να τον βοηθήσω, έβλεπα την κατάστασή του να επιδεινώνεται ραγδαία. Τι να' ναι άραγε αυτό που τα κανονίζει όλα αυτά; Ο Θεός; Το σύμπαν; Η θετική και η αρνητική ενέργεια ή ο ανθρώπινος νους; Εγώ πάντως δεν μπορώ να δεχτώ ότι μέσα σ' αυτόν τον κόσμο είμαι απλά ένα στατιστικό νούμερο. Από κείνη τη μέρα ο πατέρας μου έγινε ο θεός μου. Σ' αυτόν προσεύχομαι. Σ' αυτόν λέω τον πόνο μου και τις χαρές μου. Και απ' αυτόν ζητάω βοήθεια σαν να είναι ο φύλακας άγγελός μου. Και αυτός με καταλαβαίνει και με καμαρώνει...
    Οπως είμαι σίγουρος ότι και ο παππούς ο Παύλος καμαρώνει εσένα από κει ψηλά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Είναι αυτό που είπε ο Σαίξπηρ:"Αν δεν υπήρχε Θεός, θα τον είχαμε επινοήσει"...και σίγουρα ούτε εγώ, τουλάχιστον στους μελλοθάνατους, πιστεύω πως τέτοια περιστατικά είναι απλές συμπτώσεις! Καλημέρα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Kαλημέρα Κωνσταντίνα. Κατ'αρχήν να χαίρεασαι και τ'αδερφάκι σου, που ήταν τυχερός να πάρει τ' όνομα αυτού του παππού που περιγράφεις.... Έχω δακρύσει και κρατιέμαι για μην αρχίσω να κλαίω απαρηγόρητα γιατί είμαι στην δουλειά! Είχα και γώ μια γιαγιά, αγέρωχη, Κρητικιά, βασανισμένη αλλά σοφή και υπερήφανη. Έχω και γω τ' ονομά της. Σκέφτομαι τί αγώνα κάναμε για να την κρατήσουμε στην ζωή βασανιζοντάς την ακόμα περισσότερο, αν και ήταν πλήρης ημερών (96 χρονών). Είναι αδύνατον να πιστέψεις ότι θα χάσεις κάποιον που αγαπάς αν και όλοι ξέρουμε ότι αυτή είναι η πορεία του ανθρώπου. Αρκεί να έχει την τύχη και το μυαλό να ζήσει σαν τον παππού σου και σαν την γιαγιά μου και να φεύγοντας να είναι τόσο αγαπητός...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Κατερινιώ μου Καλημέεεεερα!
    Ευχαριστώ για το αδερφάκι μου που είναι τυχερό με αυτό το όνομα!
    Το θέμα παππούς-γιαγιά είναι κεφάλαιο σπουδαίο στη ζωή κάθε παιδιού πισετύω! Άλλωστε είμαστε ως εγγόνια του παιδιού τους το παιδί, άρα δυο φορές παιδί τους με συνεπαγόμενα χατίρια που δε μας τα χαλανε ποτέ, αδυναμίες και πολλά άλλα.
    Στους παππούδες εγώ θαυμάζω τη σοφία τους και ιδιαίτερα σε εκείνους τους παππούδες, μιας γενιάς καταπονημένης, με εμπειρίες ζωής απαράμιλλες.Και οι αδυναμίες και οι θαυμασμοί έτσι γεννιούνται...λόγω των δυσκολιών. Και ευτυχώς δεν πεθαίνουν μαζί με εκείνους!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ας τους γνωρίσουμε και μετά ας τους χάσουμε! Δεν πειράζει ο πόνος. Με τα χρόνια περνάει και μετά μένουν τόσες γλυκές αναμνήσεις όπως αυτές που περιγράφεις. Το θέμα είναι να τους προλάβουμε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Μου αρέσουν οι πρωτότυπες απόψεις και αισιόδοξες θεωρήσεις των πραγμάτων. Ευχαριστώ που μου μαθαίνετε να σκέφτομαι διαφορετικά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Δεν είναι αισιόδοξη θεώρηση my dear! Είναι η πραγματικότητα. Τι είναι καλύτερο να έχεις παπούδες, γιαγιάδες, γονείς, θείους, φίλους και κάποια στιγμή να τους χάσεις ή να είσαι σαν την καλαμιά στον κάμπο??? Πάντα το λέω. Ό,τι δεν σπάει την αλυσίδα της ζωής αντέχεται και ξεπερνιέται αφήνοντας μια γλυκιά γεύση. Όσο για το μεταφυσικό που δεν σχολίασα νωρίτερα, πιστεύω ότι λίγο πολύ όλοι νιώθουν την μετάβασή τους σ άλλους τόπους μακρινούς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Οκ. Τη νιώθουν!Αλλά με τόση ακρίβεια?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Όταν ξέρουν ότι φεύγουν αφήνονται στο χρόνο που οι ίδιοι θελήσουν. Έχω ακούσει για πολλές περιπτώσεις. Άρα δεν είναι τυχαίο. Επιλέγουν τη στιγμή! Και σκέψου πόσο ωραίο είναι. Χαιρετάς και διαλέγεις πότε θα ταξιδέψεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Μαρία-Διδυμότειχο29 Ιουνίου 2011 στις 5:36 μ.μ.

    Θυμάμαι καλά το θάνατο του παππού σου,μεταξύ άλλων γιατί ήταν η αιτία που δε χόρεψες στο γάμο μου (πράγμα πρωτοφανές για όποιον γνωρίζει καλά την Κωνσταντίνα)...Πάντως,αν μας βλέπει από εκεί που είναι(ποιος ξέρει...),θα είναι περήφανος για την εγγονή που του έκανε τέτοιο 'μνημόσυνο' σήμερα.Όσο για τον Παύλο,εύχομαι να είναι πολύχρονος και,μαζί με το όνομα και τη χάρη του παππού Παύλου,να πάρει,εν καιρώ,και το χαρακτηρισμό του ως 'αξιαγάπητου παππού'...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Φιλιά Μαράκι μου Γλυκό!
    Ναι!Στο γάμο σου δε χόρεψα. Όχι γιατί δεν έπρεπε
    αλλά γιατί δε μου βγαινε!!Θα ρθουν άλλες χαρές σου
    να χορέψω, στο χρωστάω!
    Ευχαριστώ για τις ευχές!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ (ΣΟΦΙΑ)30 Ιουνίου 2011 στις 3:41 μ.μ.

    ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΣΑ ΦΙΛΕΝΑΔΑ!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή