31/12/2010
Αγαπημένε μου Άη Βασίλη,
Η αλήθεια είναι ότι δεν πιστεύω και πολύ ότι υπάρχεις. Δεν αμφισβητώ βέβαια ότι υπήρξες! Τώρα αν ήσουνα -όπως σε παρουσιάζει η Coca-Cola- ψηλός, χοντρός, ασπρογένης με γαλλική κοκκινιστή, σαν το βοδινό της μαμάς, μυτούλα και με τέτοιο χαμόγελο και χοχολίστικο γέλιο και, ενώ έχεις μόνο μία νύχτα να μοιράσεις τα δώρα σου, δεν αγχώνεσαι…. αυτό μόνον εσύ το ξέρεις.
Διαθέτεις τέτοιο εργαστήρι με τόσους βοηθούς? Μέσα σε ένα βράδυ κατεβαίνεις από τόσες καμινάδες χωρίς να γκρεμοτσακίζεσαι και χωρίς να κάνεις μαύρα τα κόκκινά σου ρούχα από τις καπνιές? Εσύ μάνα δεν έχεις να σε μαλώνει όταν λερώνεσαι? Και το έλκηθρο σου πώς πετάει? Δεν ισχύουν για σένα οι νόμοι της φυσικής, όπως αυτός της βαρύτητας? Και στα σπίτια που δεν έχουν τζάκι, δηλαδή «δεν είναι από τζάκι» (κάποτε ίσχυε το αντίθετο) δεν πηγαίνεις? Περνάς μήπως και μέσα από τις σωλήνες του καλοριφέρ ή από το μπουρί της σόμπας? Και γιατί ξαφνικά στα 75 σου θέλησες να γίνεις ακροβάτης αλά τσίρκο Μεντράνο και κρεμιέσαι από τα κάγκελα στα μπαλκόνια σαν να μας απειλείς ότι θα αυτοκτονήσεις?
Όπως και να ‘χει Άη Βασίλη μου, εγώ θα σου ευχηθώ να συνεχίσεις να υπάρχεις, έστω και νοερά, έστω περιστασιακά -μια φορά το χρόνο, έστω και φαντασιακά ή ιδεατά, για να έχουμε μία ελπίδα και κάτι να προσμένουμε:
Και δεν ξέρω αν φτιάχνεις στο εργαστήρι σου μόνο κουκλίτσες και τρενάκια με πολύχρωμες ροδίτσες για τα παιδάκια, θα ήτανε πάντως πολύ χρήσιμο αν έφτιαχνες και άλλα πράματα για τους ανθρώπους, τους πιο μεγάλους: θα μπορούσες, ας πούμε, να φτιάξεις μυαλό για πολλούς που δεν έχουν ή που είχανε αλλά το χάσανε λόγω ξιπασιάς. Επίσης, θα μπορούσες να μοιράσεις αξιοπρέπεια σε κάποιους ανθρώπους, γιατί ξεφτιλίζουν τον εαυτό τους αλλά και τους άλλους ενίοτε με τις πράξεις τους. Ή και καλλιέργεια!!Βέβαια! Σπουδαίο δώρο και είδος υπό εξαφάνιση! Όπου και να ψάξεις, λένε, δε βρίσκεις, γιατί δεν πουλιέται. Μόνο φτιάχνεται! Αχ! Άγιε μου Βασίλη, Θεό θα σε κάνω! Σε παρακαλώώώ!!!! Να χαρείς τα ποθαμένα σου!!! Τόσα ξωτικά έχεις γύρω σου!!! Βάλ’ τα σε παρακαλώ να φτιάξουν λίγο από «καλλιέργεια» και μοίρασέ τηνα στους φτωχούς και στους δήθεν πλούσιους! Θα σε ευγνωμονώ μια ζωή. Και να δεις που εγώ θα σου ανάψω μια λαμπάδααααα, ίσα με το μπόι σου!
Ακόμη θα ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους σου, αν έφερνες σύνεση και προνοητικότητα σε κάποιους που δεν φροντίζουν εκ των προτέρων να εξασφαλίσουν σημαντικά προς το ζην πράματα…
Για την οικογένειά μου Άη Βασίλη θέλω λίγα αλλά πολύ σημαντικά πραματάκια: εκτός από τα παραπάνω θέλω στη μαμά μου να της φέρεις λιγότερα έως καθόλου πιάτα και σεμεδάκια για τη νέα χρονιά. Άη Βασίλη έχουμε πρόβλημα! Έχει γεμίσει ήδη εφτά αποθήκες και πάει (απ)αισίως για την όγδοη! Επίσης, θέλω να την κάνεις να μιλάει λιγότερο, γιατί μας παίρνει τα αφτιά άλλοτε με λόγο και άλλοτε χωρίς. Τις περισσότερες χωρίς αλλά η μαμά πάντα βρίσκει λόγο να μουρμουρίζει. Να της δώσεις λιγότερο χρόνο για τους άλλους, γιατί όλο για τους άλλους τρέχει και ποτέ για τον εαυτό της κι όταν της κάνουμε παρατήρηση μας λέει εμάς να μη μας νοιάζει αλλά όταν το βράδυ βογκάει από τους πόνους στα πόδια της, εμείς την ακούμε αλλά της λέμε ότι δε μας νοιάζει και μετά αυτή λέει παιδιά έβγαλα εγώ ή σκυλιά και ότι δεν πρόκειται ποτέ ξανά να μας πλύνει ούτε ένα ρούχο και να μας ξαναμαγειρέψει και να πάμε στη γειτόνισσα να μας φροντίσει. Εν τω μεταξύ η γειτόνισσα είναι φίλη της και δεν ξέρω γιατί κάθε φορά την αναφέρει λες και είναι ο πιο αδιάφορος άνθρωπος στον κόσμο.
Άγιε Βασίλη, θέλω ακόμα να φέρεις στο μπαμπά μου λίγο παραπάνω υπομονή από όσο είχε πέρυσι για να αντέξει τη μαμά που του άσπρισε, όπως λέει, τα μαλλιά αλλά κάθε φορά που δεν είναι καλά η μαμά μας λέει συνέχεια τη μαμά και μάτια σας γιατί χαθήκαμε όλοι… Τελικά τη θέλει ή δεν τη θέλει, δεν έχω καταλάβει ακόμη, έχω μπερδευτεί και η πλάκα είναι ότι προχθές κλείσανε αισίως 33 χρόνια γάμου, σαν τον Μεγα-Αλέξανδρο, το Χριστό και το Διγενή Ακρίτα και κάθε χρόνο λένε ότι θα χωρίσουνε αλλά μαζί δεν κάνουνε και χώρια δεν μπορούνε και εγώ με τον αδερφό μου δεν τους παίρνουμε πια στα σοβαρά, γιατί μάλλον αγαπιούνται παρόλο που η μαμά έλεγε συνέχεια ότι δεν έφταιγε κανένας άλλος παρά αυτή που άφησε το χωριό της και ήρθε ξένη μες στους ξένους. Αλλά ούτε αυτό το κατάλαβα γιατί η μαμά ξέρει πιο πολλούς ανθρώπους σε αυτόν τον ξένο τόπο από το μπαμπά…
Επίσης, καλέ μου Άγιε Βασίλη, θέλω να φέρεις τον αδερφό μου λίγο πιο κοντά από εκεί που είναι, γιατί βαρεθήκαμε κάθε φορά να τρέχουμε χιλιόμετρα με τα τάπερ τα γεμάτα μαγειρεμένο φαγητό και να μας έχουνε μάθει όλοι οι οδηγοί του ΚΤΕΛ ότι στέλνει η μάνα στον (υ)ιό της σαρμαδάκια γιαλαντζί ή λαγό στιφάδο και πατάτες γάστρας πάνω σε ένα πούλμαν σαν να πάνε εκδρομή στον Άγιο Νεκτάριο της Αίγινας να προσκυνήσουν στο μοναστήρι ένα πράμα… Ρεζίλι έχουμε γίνει!
Για μένα Άη Βασίλη δε θέλω και πολλά! Όλα τα παραπάνω αν κάνεις για τους άλλους, εγώ θα είμαι πλήρης και θα νιώθω ανακουφισμένη από όλη αυτή τη γκρίνια και τη φασαρία που συμβαίνει γύρω μου! Γι’ αυτό Άη Βασίλη μου, αν υπάρχεις, σε παρακαλώ, μην παραβλέψεις αυτό το γράμμα και μου φέρεις πάλι ό,τι, υποτίθεται τουλάχιστον, πως μου έφερες εσύ πέρυσι: εβδομήντα πέντε ευρώ μέσα σε έναν φάκελο με μια Χριστουγεννιάτικη Κάρτα με ευχές… Λεφτά είναι αυτά, δηλαδή χαρτιά. Να, γι’ αυτά τα παλιόχαρτα χάλασαν οι άνθρωποι και είναι όλοι δυστυχισμένοι γύρω μας: γιατί κανείς, Άη Βασίλη μου, δεν εκτίμησε ποτέ πόσο πολύ αξίζει αυτό που «είναι» κάποιος κι όχι αυτό που «έχει». Γιατί κανείς δεν κατάλαβε πως όταν κάποιος «ΕΙΝΑΙ», ο Θεός του δίνει και «ΕΧΕΙ»… Όλοι νομίζουν το αντίθετο: πως όποιος «ΕΧΕΙ» σημαίνει και πως «ΕΙΝΑΙ»… και να που κατάντησε η χώρα μου… γι’ αυτό: μη, παρακαλώ σε, μη λησμονάς τη χώρα μου!!!!
Σε φιλώ
Το Μικρό Κωνσταντινάκι
(…που βγήκε από μέσα μου)