Ήταν κάποτε ένα κοριτσάκι 17 χρονών, που προβληματιζόταν πάνω στο θέμα της «παράδοσης και της ιστορίας και πώς αυτά διαφυλάσσονται ΚΑΙ μέσα από την τηλεόραση». Ήθελε να γράψει έκθεση, λέει, στο σχολείο και –κλασικά- δεν ήξερε τι. Έψαχνε ολημερίς πληροφορίες στο internet και παρακολουθούσε τηλεόραση για να βρει στοιχεία, να πάρει ιδέες, να αποσπάσει γνώσεις. Αλλά εις μάτην. Ο προβληματισμός έδωσε τη θέση του στην απόγνωση και αυτός ο καθημερινός πιστός σαν τον σκύλο φίλος, η tv, ένιωσε πως την πρόδωσε. Κατάλαβε πως δεν είχε ΤΙΠΟΤΑ να της δώσει παρά ψήγματα…
Και μια φωνή, συνείδηση τη λέγαν, είπε:
«Κι αναρωτιέσαι τι είναι η παράδοση και ποια η ιστορία σου? Αν είναι ο Παρθενώνας και ο Περικλής, ο Ιουστινιανός και η Θεοδώρα, ο Διγενής Ακρίτας, ο Ερωτόκριτος, ο Κολοκοτρώνης και η Μαντώ Μαυρογένους, ο Σεφέρης, ο Παπαδιαμάντης, ο Ελύτης και η Δημουλά? Οι χοροί σου, το λεβέντικο Τσάμικο και ο πολεμικός Πυρρίχιος? Τα πανηγύρια σου? Το ιδίωμα που μιλούν στο χωριό σου? Τα πετσετάκια που σου ‘πλεξε η γιαγιά σου βγάζοντας τα μάτια της και τα έθαψε σε ένα σεντούκι για την προίκα σου? Η φασολάδα της μαμάς? Τα πασχαλινά τσουρέκια που ζύμωσε όλη η γειτονιά και σου ‘σπασαν τη μύτη, πειρασμός στη νηστεία σου? Τα μπουζούκια και τα ξενύχτια μέχρι πρωίας και η μεταμεσονύχτια μπουγάτσα ή ο πατσάς που στρώνει το στομάχι από τα ξίδια, η βοκαμβίλια με τα ασβεστωμένα σπιτάκια σε φόντο γαλάζιο, το χειροκρότημα στην παράσταση «Αντιγόνη» στην Επίδαυρο, οι εκκλησιές του Αϊ-Λια στις κορφές των βουνών και τα κρεμαστά στα βράχια μοναστήρια? Αυτά είναι ναι, αλλά και…
Ο συνοφρυωμένος φιλόλογος Παπαγιαννόπουλος που απαγγέλλει το «Ναυσικάα, τί νύ σ᾽ ὧδε μεθήμονα γείνατο μήτηρ;/εἵματα μέν τοι κεῖται ἀκηδέα σιγαλόεντα,/σοὶ δὲ γάμος σχεδόν ἐστιν…» στην ξενυχτισμένη Πετροβασίλη που «είχε τριάντα καλεσμένους και της μαθαίνανε κουν-καν», ο καρπαζοεισπράκτορας Τζανετάκος που επιμένει να μας πληροφορεί για το γάμο του αφεντικού του «αλλά δε μας το λέει», ο βλακέντιος Γκιωνάκης που ρωτάει αν «Θέτε Μπορντογκαλλάδα αμπό μπορντογκάλια», ο θρασύτατος υπάλληλος Ζήκος που στέλνει στο «Διάααλο» το κεφάλαιο πληροφορώντας το ότι «πάει στο γιατρό, γιατί έχει γίνει σα σουβλί και μπορεί και ανεβοκατεβαίνει τις σκάλες» χωρίς να φοβάται την απόλυση και κοροϊδεύει τον «Βατραχονύσσ’» γιατί «κάτι τέτοιους στου χουριό τ’ τς πνίγουνι στου νιρουχύτ’ για να μη χαλάσ’ η ράτσα», η αφράτη Σαμιωτάκη που «τρώει πολύ για να ‘ναι αεράτη», το μαγαζί του Αθηνόδωρου Προύσαλη που έγινε «σαν δρόμος που του περνάνε καλώδια από τον ψηλό, όμορφο, βουτυράτο με την αψηλή τσιριμπίμ τσιριμπόμ», ο κατά φαντασίαν εφευρέτης Ξαρχάκος του οποίου η αυτόματη πόρτα δε βασίζεται στη λογική του φωτοκύτταρου αλλά στο άκουσμα του «Βαγγέλη» και η ανύψωση του αεροπλάνου στο «τράβα μαλλί-άσε μαλλί», τα αξέχαστα χαστούκια του νεοπροσληφθέντα καθηγητή της κλασικής φιλολογίας, Δημήτρη Παπαμηχαήλ, που δεν ιδρώνει το αφτί του από τις «επιταγές» του «Θεμιστοκλέους Βεβαίως-Βεβαίως», ο διαχρονικός στην Ελλάδα υποψήφιος «Γκόοορτζος, Γκόοορτζος», η «κηδεμονευομένη μαθητρία της ογδόης, Λίζα Πετροβασίλη»-Βουγιουκλάκη που «δεν της κάνει πια η ποδιά», η σοφερίνα που παρακαλάει το Νίκο της «να φύγουνε, να φύγουνε» από το δικαστήριο, ο ψευτοαριστοκράτης Βουτσάς που «έχει κι ένα κότερο» και μας προσκαλεί «να πάμε μια βόλτα», οι στάμνες της θείας από το Σικάγο, ο Κωνσταντάρας που δεν εφαρμόζει το «Χούφτωσ’ την, χούφτωσ’την», ο Κωνσταντίνου που «δε θέλει να το πει το Πρόοφιτερολ αλλά να το φάει», η Σαπφώ Νοταρά που βλέπει ότι εκεί «μέσα γίνονται Σόδομα και Γόμορρα» … Αλλά και η «Στέλλα που πρέπει να φύγει» γιατί ο Φούντας «κρατάει μαχαίρι», κι ο Κούρκουλος που «δε θέλει άλλο κάρβουνο»…
Είναι το Σάββατο το βράδυ που είχε νερό βραστό με την καραβάνα στο πετρογκάζ ή στη σόμπα για να κάνεις μπάνιο στη σκάφη πριν ξεκινήσει η ελληνική ταινία στη ΕΡΤ-1 και την χάσεις. Και την είχες δει πολλές φορές, την ίδια ταινία αλλά δε σε πείραζε. Δεν είχες καλωδιακή τηλεόραση, ψηφιακά κανάλια και πιάτα δορυφορικά, ούτε youtube… Είχες ένα κανάλι, σε ασπρόμαυρη τηλεόραση αναλογική, που έπαιζε μία ταινία την εβδομάδα. Δεν είχες επιλογή? Δεχόσουνα τους όρους που ορίζανε άλλοι στη διασκέδασή σου? Είτε έτσι είτε αλλιώς, οι ταινίες αυτές μπήκαν στην καρδιά σου, μονοπώλησαν τη σαββατιάτικη ζωή σου, έβαλαν το πηγαίο χιούμορ στο μυαλό σου, σου έμαθαν τι θα πει γέλιο, τι είναι ο σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η αποστροφή στο χυδαίο και σου δίδαξαν πώς να επικοινωνείς με την παρέα σου μιλώντας με ατάκες που μόνο ένας Έλληνας μπορεί να κατανοήσει…
Παράδοση είναι… αυτές οι ταινίες γιατί είναι διαχρονικές, αξεπέραστες και επίκαιρες. Παράδοση είναι να γνωρίζεις την υπόθεση, το τέλος της ταινίας αλλά κάθε φορά που την ξαναβλέπεις είναι σαν να πρόκειται για πρώτη προβολή. Παράδοση είναι να γελάς πριν από την επικείμενη σκηνή που γνωρίζεις το περιεχόμενό της. Παράδοση είναι να γελάς με τις φιγούρες αυτών που ποιούν ήθος χάρη στο πηγαίο ταλέντο τους και όχι χάρη στους κοιλιακούς και τις πλαστικές προσώπου των όλως τυχαίως εξαιρετικών καλλονών. Παράδοση είναι ο Χρόνος! Παρεξηγημένος ο χρόνος! Δε φθείρει μονάχα αλλά εκτιμά και προσδίδει αξία. Σε κάποια πράγματα. Σε αρκετά πράγματα. Διυλίζει τα πράγματα, και ό,τι αφήνει άθικτο στα βάθη των αιώνων, ό,τι παλιώνει αλλά ανεβάζει την αξία του, το αποκαλεί παράδοση: σαν τις αντίκες στις δημοπρασίες ή το παλιό κρασί.
Παράδοση όμως δεν είναι… όταν το γελοίο γίνεται συνώνυμο του γέλιου, όταν το πρόστυχο παίρνει τη θέση του αστείου, όταν το συζυγικό κέρατο αποτελεί τον κανόνα και πάει να παραβγεί τον ηθικό αρραβωνιαστικό που φεύγει μετανάστης στη Γερμανία για να μαζέψει λεφτά για την αποκατάσταση της αρραβωνιάρας του, όταν ο χωρισμός και οι μονογονεϊκές οικογένειες είναι ο ορισμός και όχι η εξαίρεση, όταν η νοητική υστέρηση αποτελεί για τους «αρτιμελείς» και «διανοούμενους» αυτής της χώρας λόγο ξεκαρδίσματος μπροστά στην οθόνη, όταν η λογική της κλειδαρότρυπας έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον σου, όταν προσέχεις το θόρυβο που προκαλούν μόνο οι άδειοι τενεκέδες αυτής της κοινωνίας, όταν η αφρόκρεμα, η ελίτ αυτού του τόπου είναι απλώς φελλοί, εξ ου και επιπλέουν, όταν δέχεσαι, αποδέχεσαι και καταδέχεσαι να συναγελάζεσαι με ανθρώπους μιας μάζας που απλώς μεμψιμοιρεί στην καθημερινότητα, γιατί η κούραση σε εξαντλεί και δεν έχεις τι άλλο να κάνεις –αλίμονο!!!!- από το να δίνεις απλά το σχήμα του κορμιού σου στον καναπέ του σαλονιού σου με το δάχτυλο στη σκανδάλη-τηλεκοντρόλ σαν ετοιμοπόλεμος στρατιώτης σε αμυντικό ζάπιγκ, όταν δίνεσαι και παραδίνεσαι άνευ όρων σε μία διασκέδαση που αποφάσισαν κάποιοι άλλοι για σένα, χωρίς εσένα, γιατί κατάλαβαν ότι δεν έχεις τη δύναμη να αντισταθείς στο φθηνό χιούμορ, τον κακόγουστο και κιτς τρόπο διασκέδασης, γιατί αντιλήφθηκαν νωρίς πως το μυαλό σου καθοδηγείται και είναι εύκολο να σε αποτρέψουν από την ελεύθερη επιλογή και την πρωτοβουλία, γιατί σε έκαναν πρώτα ανήξερο, μετά ανίδεο και εν τέλει ανήμπορο.
Και ξέχασες τη ζωή, εγκλωβισμένος στις έγχρωμες 3D τηλεοράσεις των πολλών ιντσών. Δε θυμάσαι το πετυχημένο grafity «έγχρωμη tv, ασπρόμαυρη ζωή». Δεν κατάλαβες ότι αυτό το χαζοκούτι δεν παράγει πια αλλά αναπαράγει, δεν εκπέμπει αλλά αναμασά εκπομπές της προηγούμενης ζώνης, δεν πετάει αλλά ανακυκλώνει την είδηση που την πλασάρει αν όχι με το ίδιο αλλά με παρόμοιο περίβλημα λίγες μέρες μετά, και το μόνο που δημιουργεί είναι απλώς κακέκτυπα…
Αλλά γελάς: Επειδή τη βρίσκεις αστεία ή γιατί προσπαθείς απεγνωσμένα να βρεις το χιούμορ σου? Και παρακολουθείς: Επειδή είναι ενδιαφέρουσα ή γιατί προσπαθείς αγχωμένα να είσαι μέσα στα πράγματα? Και τη βρίζεις: Επειδή όντως «δεν έχει τίποτα» ή γιατί σε κάνει να μην αισθάνεσαι αγελαίος? Αλλά είσαι! Ή έγινες? Ή σε κάνανε? Τι σημασία έχει το λογικό Υποκείμενο? Σημασία έχει το παράλογο Κατηγόρημα
Αν δεν ξυπνήσεις από τον τηλεοπτικό λήθαργο, αν δεν καταλάβεις ότι η ζωή σου βρίσκεται έξω από την tv, αν δεν βρεις τη δύναμη να πατήσεις το off, θα παραδοθείς σε ό,τι θέλουν οι άλλοι να ξέρεις.
Και επειδή δεν είμαστε προγονόπληκτοι, αγιοποιητές του παρελθόντος και πολέμιοι της τεχνοκρατίας αλλά δημοκράτες, τεχνολάτρες και αισιόδοξοι που πιστεύουμε στην ελεύθερη πρωτοβουλία της σκέψης απλά προτείνουμε:
Επίλεξε τι θα δεις, για ποιο λόγο θα το παρακολουθήσεις, πόση ώρα θα αφιερώσεις, ποια χρονική στιγμή θα το κάνεις και φυσικά τον τρόπο που θα το αφομοιώσεις! Φίλτραρέ το! Μη μασάς και καταπίνεις ό,τι σου πλασάρουν! Και προπαντός, φτύσε ό,τι δε σου χρειάζεται, ακόμα κι αν το μάσησες. Ποτέ δεν είναι αργά…
Γιατί διαγράφοντας την πορεία μας, γράφουμε την ιστορία μας. Εμείς και όχι οι άλλοι… Λέμε ναι στην « ελληνική παράδοση» αλλά όχι στην «άνευ όρων παράδοση»
Κοριτσάκι σε βοήθησα ή ου?