-Ατμακίδης, Ιωαννίδης, Βαρνιώτου, Κελεσίδης, Βογιατζής και
Βαδάση περάστε ΕΞΩ (!!!!!!!!) όπως είστε!!! Αυτήν τη στιγμή!!!!!!!!!!!!
Ο ένας μιλούσε για το διαγώνισμα που έγραψε την προηγούμενη,
ο δεύτερος για τη σχολή που θα δήλωνε πρώτη στο μηχανογραφικό, ο άλλος για τις
επιδόσεις του στο σκι στο νεότευκτο τότε χιονοδρομικό του νομού μας και ξαφνικά
ο καθηγητής μάς διέκοψε! Τι θράσος! Τι αναίδεια!
-Μα....
-Και μην ακούσω «κιχ»!!!
-Μα δεν έκανα τίποτε κύριε καθηγητά!
-Έκανες! Μιλάς! Και μιλάς πολύ!
-Μα....
-Κι όσο συνεχίζεις να μιλάς δυσχεραίνεις τη θέση σου!
...ποια θέση μου? που άλλαζα θέση πιο συχνά και από όσο οι
άντρες τα πουκάμισα. Που είχα γίνει μπαλαντέρ. Που καθόμουνα με τη μία για να
πούμε τα γκομενικά, με την άλλη για να πυροδοτήσουμε φιλοσοφικούς
προβληματισμούς, με τον άλλον για να τον βοηθήσω στα αρχαία και με τον τέταρτο
για να με βοηθήσει στη χημεία! Καταραμένη χΗμεία! Ποτέ δεν τα πήγαινα καλά μαζί
της! Εγώ ήμουν της χΥμείας!
Τελικά ο καθηγητής με έβγαλε έξω. Αποβολή! Ήτανε η πρώτη μου
φορά. Και ήτανε μη γίνει η αρχή! Μετά...Μετά αποβαλλόμουνα αφ’ εαυτής! Εγώ! Το
καλό παιδί! Η απουσιολόγος! Αποβολή με τη γαλαρία απαρτία και με τους μισούς
από αυτούς να κοντεύουν να μείνουν από τις ωριαίες αποβολές!
Έτσι τσούλησε η Δευτέρα λυκείου. Ήταν σαν να δεν υπήρξε ποτέ
για μένα! Μια συνεχής απουσία! Σαν να πέρασα από την Πρώτη Λυκείου στην Τρίτη.
Προαγωγή με μπόνους την ευθύνη, πηδώντας μία τάξη με πλήρη ανευθυνότητα.
Καθηγητές δεν είχαμε! Απαξάπαντες απόντες! Και ότε και εάν είχαμε, για κάποιον
λόγο τρέχανε να καλύψουνε κενά. Που δεν τα λες κενά, αλλά ένα συνεχές κενό με
διακοπές κάποιες ώρες μαθημάτων. Δεύτερη ώρα άλγεβρα, πέμπτη γυμναστική και
έκτη Τέτρις, ή «Όνομα, Ζώα, Φυτά» ή ύπνος! Άντε και κανα Σταυρόλεξο.
Θρησκευτικά ήταν αυτά!
-Βαδάση στον πίνακα!
-Πάλι εγώ κύριε καθηγητά!?
-Ε αφού μιλάς! Έλα να κάνεις ένα διάλειμμα για να
σταματήσεις! Κάνω παρατήρηση στη Γεωργιάδου με την οποία μιλάς όλη την ώρα, κι
εσύ συνεχίζεις!
-Ε στη Γεωργιάδου κάνατε, όχι σε μένα! Και στο κάτω-κάτω,
όποιος μιλάει σηκώνεται στον πίνακα?
-Ναι! Για να λέει τουλάχιστον κάτι χρήσιμο. Μιλάει που
μιλάει! Και γιατί δεν κάνεις την άσκηση?
-Γράφω τις σημειώσεις της Βιολογίας από χθες! Έλειπα!
-Ναι! Αλλά τώρα έχουμε Φυσική! Γιατί δεν τις γράφεις στο
διάλειμμα?
-Να χάσω το διάλειμμά μου γράφοντας σημειώσεις Βιολογίας
κ.Καθηγητά?!!!!
Ε είχα γίνει λίγο ατίθαση, αλήθεια είναι! Μια η βαρεμάρα της
ηλικίας, την άλλη τα απωθημένα ενός καταπιεστικού μαθητικού παρελθόντος που με
ήθελε comme il faut, λίγο ο έρωτας, πολύ η εφηβεία, κάμποσο οι ανησυχίες,
μερικώς οι προβληματισμοί, αρκετά η πίεση υπό και επί παντός, μα πιο πολύ η
Άνοιξη! Εκείνη η Άνοιξη που για κάποιο λόγο ο Θεός την έφτιαξε, όπως είπε ο Robert Orben, για να μας πει «Πάμε άλλη μία» και
εκείνη η Άνοιξη που μαζί της την ίδια μέρα ο Θεός κατασκεύασε και την ελπίδα,
την όρεξη για ζωή και την αλλεργία!
Να μεγαλώνει η μέρα, να ξυπνάει από τη
χειμερία νάρκη το χαμόγελο, να κοιμάται εκ περιτροπής η όρεξη για δουλειά, το
διάβασμα και το σχολείο. Με λουλούδια να ανθίζουν, πουλιά να τιτιβίζουν και
πεταλούδες να ζευγαρώνουν. Με βροχές να ποτίζουν, με δάκρυα ερωτικά να
μουσκεύουνε μάτια, με ορμόνες εφηβικές να φλερτάρουν στα παγκάκια! Μια αγκαλιά
στα πεζούλια, ένα κρυφό ραντεβού στη γωνία, μια συνωμοσία ανάμεσα σε
συμμαθητές, κάτι χαχανιστές παρέες, άσκοπες και πολύωρες ετοιμασίες για
εκδρομές, για ένα κρυφό τσιγάρο στην πίσω αυλή, για τάσεις ανεξαρτησίας και
στάσεις δήθεν ανταρσίας, κοπάνες, αποβολές, σκασιαρχείο!
-Βαδάση αποβάλλεσαι! Πολυήμερη αποβολή και την επομένη με τον
κηδεμόνα σου!
Ποιον κηδεμόνα μου? Αφού η κηδεμονευομένη του μαθήτρια της Τετάρτης,
Λίζα Λάμδα Πετροβασίλη, έχει αποφασίσει πως δεν θα πάει στο σχολείο για πολλές
μέρες! Θα γίνει κομμάτια, από εκείνα που ξέρει πάντοτε να σκορπάει, αλλά ποτέ
να μαζεύει, και θα την κάνει, μπας και απαλλάξει λίγο τους καθηγητές και τους
συμμαθητές της από το μπλα μπλα και τον κουραστικό προβληματισμό της! Θα
αποβληθεί από μόνη της και θα βάλει απουσία στον εαυτό της. Είναι δύσκολο ο
απουσιολόγος να βάζει απουσία στον εαυτό του. Είναι σαν να στρέφει το μαχαίρι επάνω
του για να αυτοκτονήσει, σαν να ψαλιδίζει τη γλώσσα του, όπως ο ράφτης την
ξεφτισμένη κλωστή που κρέμεται από το καλοραμμένο κοστούμι.
-Αφήστε το κύριε καθηγητά! Μην κοπιάζετε! Την κοπανάω από
μόνη μου! Πάω να βρω την Άνοιξη...