Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Τα πρόσημα... το +

Αυτό το συν (+) ναι μεν θετικό, ναι μεν λέει «ναι» σε όλα, αλλά κουβαλάει όσο να πεις και έναν σταυρό. Άλλωστε αυτοί που είναι συγκαταβατικοί σε όλα, είναι συνάμα καταδικασμένοι να τραβούν τα περισσότερα βάσανα. Δεν ξέρουν τι είναι το «όχι». Δεν αρνούνται ποτέ! Γι’ αυτό,  αυτό το + πονάει πολύ!
Απ’ την άλλη πάλι το + οριοθετεί τα πράγματα. Θέτει συντεταγμένες, άξονες x και y, βάζει σε τάξη τις αταξίες. Προσανατολίζει δείχνοντάς σου τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, ταυτόχρονα όμως στοχοποιεί. Προδίδει το σημείο όπου βρίσκεσαι, καθώς κεντράρει πάντοτε τον στόχο. Και ο κόσμος πυροβολεί πάντοτε αυτόν που είναι στο επίκεντρο, που γίνεται εξ ορισμού στόχος!
Επιπλέον, το + τιμάει τη δημοκρατία, την ελευθερία της ψήφου, την αυτοδιάθεση. Οι δημοκρατίες θεμελιώνονται στην πλειοψηφία των + και κρύβουν σε αυτήν την πεμπτουσία τους. Το εκλογικό σώμα σταυρώνει τους υποψήφιους, ώστε μετά από λίγο να βρεθεί το ίδιο του στη θέση του εσταυρωμένου, αφού έχει σηκώσει το σταυρό + στην πλάτη του ανεβαίνοντας τον Γολγοθά. Είναι και η άγνοια βλέπεις. Ίσως αυτή να πονάει περισσότερο από έναν Γολγοθά. Πονάει όταν η άγνοια, η έλλειψη στοιχειώδους γνώσης, η αγραμματοσύνη υπογράφεται ως + !!! Γι’ αυτό δεν πρέπει να απαιτείς από την άγνοια. Έχει άλλοθι. Είναι αντικείμενο υπεράσπισης από την ανωνυμία της, γιατί το + οφείλεις να το υπερασπίζεσαι για να μη γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης. Από την άγνοια δεν απαιτείς. Απλά τη δέχεσαι.
Το + όμως είναι και δοκιμή. Σου επαληθεύει ή διαψεύδει όσα πολλαπλασίασες με ένα γερμένο στο πλάι x. Αναθεωρείς λοιπόν, εάν στη ζωή σου άφησες να αυγατίσουν λάθος πράγματα, διογκώθηκαν και γίνανε πολλά. Χωρίς λόγο. Λάθος πράγματα πολλαπλασίαζες! Και φυσικά λάθος πρόσθετες! Τότε τα βουτάς από τον λαιμό και τα σκοτώνεις, έστω κι αργά! Και τα παραχώνεις. Τα θάβεις και δεν τα μνημονεύεις ποτέ. Βάζεις και επάνω ένα + και αιωνία τους η μνήμη! Έχει και η μνήμη τις αρρώστιες της. Κενά τις λένε.
Αλλά όταν γέρνει, θυμώνει κιόλας! Δείχνει πως τραβάει ένα x. Και αποκλείει...
Από το +, ίσως μπορείς να κρατήσεις μόνο τη διασταύρωση. Τα σταυροδρόμια δυο δρόμων, δυο ζωών, τα σημεία όπου έστω για λίγο δυο άνθρωποι, από διαφορετικούς κόσμους, χρόνους ή τόπους ο καθένας, (προ)έρχεται, μετά συναντιούνται σε ένα σημείο και στο τέλος... συνεχίζει ο καθένας την πορεία μόνος του...Ο ένας τραβάει στην Ανατολή και ο άλλος στον Νότο με νόστο ή χωρίς σε μια επιστροφή. Κι ας ξέρει πως για να προχωρήσει μπροστά το μόνο που έχει να κάνει είναι απλά να αφαιρέσει τέτοια σημεία τομής-καμπής από τη ζωή του!
Στο κάτω-κάτω υπήρξαν προσωπικότητες στην ανθρωπότητα που δεν συναντήθηκαν ποτέ, κι όμως πολύ αργότερα τους ένωσε απλά κάποιο σταυροδρόμι... «Φανταζόταν» ο Ιωάννη Τσιμισκής ότι θα συναντηθεί δέκα περίπου αιώνες μετά θάνατον με τον Αριστοτέλη? Αφού το μόνο κοινό που έχουν αυτοί οι δύο είναι τα patafritas στη γωνία, άντε και ο Τερκενλής με τα τσουρέκια απέναντι!


Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Αγχίνους Λήθη!


Εγώ ήξερα ότι 25 Νοεμβρίου γιορτάζουμε την Αγία Αικατερίνη. Μεγάλη η χάρη της! Την Μεγαλομάρτυρα Αγία Αικατερίνη της Αλεξανδρείας! Όχι την Μεγάλη Αικατερίνη Αλεξέγεβνα Πασών των Ρωσιών! Όταν πήγα στο σχολείο έμαθα πως η ίδια μέρα είναι πολύ σημαντική, γιατί οι αιώνιοι «εχθροί» μέσα στο θνησιγέννητο νεοελληνικό κράτος στις 25 Νοεμβρίου του 1942 συνεργάστηκαν για μία ίσως και μοναδική επί της ουσίας φορά στην ιστορία και ανατίναξαν τη γέφυρα του Γοργοποτάμου με τη «βοήθεια» των Άγγλων κατά των Ιταλών και Γερμανών που πορεύονταν προς τον ανεφοδιασμό της στρατιάς του Ρόμελ στη Βόρειο Αφρική. Επίσης, τα γενέθλια του φίλου μου Δημήτρη Κύρου στις 6 Οκτωβρίου τα θυμόμουν πάντα, αλλά απέκτησαν ένα κύρος παραπάνω όταν τα συνδύασα με την απελευθέρωση της Ελασσόνας από τους Τούρκους στον Βαλκανικό πόλεμο (Α’ ή Β’ δεν θυμάμαι! Λογικά Α’!). Οι μάχες στον Λαχανά, στο Κιλκίς, στη Δοϊράνη και την Κρέσνα συσχετίστηκαν στο κεφάλι μου αρχικά ως δρόμοι, όταν προσπαθούσα να καταλάβω τι δουλειά έχουν όλα αυτά τα οδωνύμια ταυτόχρονα γύρω από το παλιό μου σπίτι. Ανασκαλεύοντας τα τεφτέρια μου ναι, ενεθυμήθην πως κι αυτές με τους Βαλκανικούς συνδέονται (αυτή τη φορά τον Β’). Τη μάχη του Σκρα όμως, γιατί την εκτοπίσανε και πήγανε την οδό στο κέντρο και όχι γύρω από το σπίτι μου, δεν κατάλαβα! Μα γιατί (ηλίθια!) η μάχη στο Σκρα δεν αφορά τους Βαλκανικούς! Έγινε κατά τον Α’ Παγκόσμιο το 1918 και δεν παίζει κανέναν ρόλο που το Σκρα ανήκει στο νομό Κιλκίς. Ούτε αυτό θυμόμουνα!  Και ναι, τα γενέθλια του μπαμπά είναι δύο μέρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα. Αλλά ο μπαμπάς δεν γεννήθηκε το ’44! Ακόμα, το τηλέφωνο της φίλης της μαμάς, δλδ της κυρίας Μαίρης, έληγε σε ***********789 και έβαλα κατά νου στην ΣΤ’ Δημοτικού πως η Γαλλική Επανάσταση λήγει (σαν το λαχείο!) στα ψηφία που λήγει το τηλέφωνο της κ.Μαίρης και όχι αντιστρόφως! (Πού είσαι Ροβεσπιέρο να με πιάσεις από το μαλλί!). Αναλογικά, η Συνθήκη της Λωζάνης υπεγράφη στις 24 Ιουλίου το 1923 και ευτυχώς που το σπίτι μου στο χωριό βρίσκεται επί της 24ης Ιουλίου και το ενθυμούμαι, αλλά μάλλον η ονομασία στην οδό δόθηκε προς τιμή της ημέρας της αποκατάστασης της Δημοκρατίας το 1974 και όχι για τη Συνθήκη της Λωζάνης! Για τη Συνθήκη των Σεβρών το μόνο που θυμάμαι είναι πως απεδείχθη πιο εύθραυστη και από τις ίδιες τις πορσελάνες των Σεβρών, όπως έλεγε και το βιβλίο της ιστορίας στη Γ’ Λυκείου (τι είπα τώρα! 17 χρόνια μετά! Παπαγαλία το μεγαλείο σου!) και μου ‘χει μείνει μόνο ότι υπεγράφη το 1920. Τώρα που το ‘ψαξα λέει πως υπεγράφη στις 28 Ιουλίου! Δεν το θυμόμουν. Φταίει που δεν έχει κανένας φίλος μου γενέθλια εκείνη την ημέρα ή που κανένα από τα σπίτια όπου έμεινα δεν ήτανε πάνω σε αυτήν την οδό!!!!?
Κοντολογίς, κάθε ραχούλα και καημός κάθε καημός και μάχη. Κάθε μάχη την ημερομηνία της, την αξία της και τους διοικητές της. Αλλάζει και διεκδικητές όπως οι πόρνες τους εραστές της και σέρνει από πίσω μελάνια χυμένα σε Σύμφωνα και Πρωτόκολλα που σβήνονται από του αυτομάτου από επόμενες Συνθήκες!
Η απομνημόνευση, ωστόσο, ημερομηνιών και χρονολογιών για μένα έπρεπε να συνδέεται ή με γενέθλια κάποιου προσφιλούς προσώπου ή με την οδό κάποιου από τα σπίτια όπου διέμεινα τα προηγούμενα χρόνια της ζωής μου (ευτυχώς ήταν πολλά), ειδάλλως δεν είχε σχεδόν καμία πιθανότητα να συμβεί! Η απομνημόνευση αυτή είχε γίνει το αγκάθι μου για ένα μάθημα που α. εν γένει και εν είδει λάτρευα και β. ποτέ δεν θα ‘πρεπε και κανείς να το βλέπει ως μάθημα, αλλά ως οφειλή και δικαίωμα συνάμα. Η γνώση της ιστορίας, αντί να βασίζεται σε μία ολιστική αντίληψη και κριτική στάση απέναντι στα πράγματα και τα γεγονότα, έγινε ο εφιάλτης της ημερομηνίας και της χρονολογίας στο σχολείο και η επίδειξη των αριθμομνημόνων παικτών στο trivial pursuit σε μεταγενέστερες φάσεις!  
Κανείς δάσκαλος δεν με έβαλε κάτω να δουλέψω και να ερευνήσω, να ψάξω πηγές, να επιβεβαιώσω ή να διαψεύσω πληροφορίες, ονόματα, μαρτυρίες! Ποτέ δεν  εργαστήκαμε ως μαθητές ομαδικά και δεν σκύψαμε πάνω από την ιστορία του τόπου γενικά για να εστιάσουμε στη συνέχεια σε πρόσωπα και προσωπικότητες της ιστορίας, ώστε να ‘μαστε σε θέση να τα ξεχωρίσουμε από τα προσωπεία! Ένα κατεβατό γραμμάτων και αριθμών που προκαλούσαν την αποστροφή, θυμάμαι, μόνο σελίδες που είχανε εικόνες και πίνακες μας ανακούφιζαν, θυμάμαι,  και δάσκαλους που μονολογούσαν την προσωπική τους κριτική χωρίς βουκέντρα στα νυσταγμένα μας μυαλά, θυμάμαι, για να προκαλέσουν τον παραγωγικό διάλογο και να μας αποτρέψουν από το χασμουρητό. Ανία, πλήξη, βαρεμάρα και ένας αχταρμάς! Να μην ξεχωρίζεις τον ελληνοϊταλικό πόλεμο από την Κατοχή και να μην καταλαβαίνεις τι γιορτάζουμε το ’40, αφού τελικά οι Γερμανοί μας κατέκτησαν στη συνέχεια ...
Και βέβαια σεβόμαστε την Ιστορία ως ύπαρξη. Και βέβαια σεβόμαστε την ιστορία ως επιστήμη,  μα πώς να σεβαστούμε την ιστορία ως μάθημα, αφού και εκείνη δεν μας σεβάστηκε ποτέ! Ολιστική εξέταση ήταν το ζητούμενο.
Ολιστική! Μα η ολιστική δεν είναι ισοπεδωτική! Στην προσπάθεια να φωτίσουμε ολόπλευρα την ιστορία δεν γινόμαστε εθνικιστές απ’ την ανάποδη! Αυτές είναι διαστρεβλώσεις της υπερδιόρθωσης όχι των εθνικιστικών αισθημάτων, αλλά του φυσιολογικού πατριωτισμού που οφείλει δικαιωματικά να έχει κάθε άνθρωπος για τον τόπο που τον γέννησε και τον ανέθρεψε. Γιατί, εάν γνωρίζεις εν τω βάθει την ιστορία σου, δεν θα φτάσεις ποτέ στο σημείο να αποκαλέσεις «συνωστισμό» τα γεγονότα στη Σμύρνη, ούτε και να νομίσεις πως ο Απόστολος Γκλέτσος κατέβασε τη σημαία από την Ακρόπολη το ’41 (!). Απόστολος υπήρχε ναι, αλλά ήταν ο Σάντας!



ΥΓ: Και ένα τραγουδάκι έτσι, για να είμαστε στο πνεύμα των ημερών...
Γιατί γελάτε? Κάνω κάτι λάθος?




Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Έλα στη θέση μου!


Χωρίς περιστροφές: η απόκρυψη της αλήθειας, θεωρείται ψέμα? Εάν σε μία οποιουδήποτε είδους σχέση θεωρείται δεδομένο ότι υπάρχουν πράγματα που πρέπει να τα αναφέρεις από μόνος σου χωρίς να σε ρωτήσουν, αν  τεχνηέντως τα αποκρύπτεις, εάν αποφεύγεις να τα αναφέρεις ή σκόπιμα λες τα αντίθετα από όσα ισχύουν, σε κάνουν ψεύτη, απατεώνα ή αγύρτη? Ή εξαρτάται? Και από τι εξαρτάται? ...από τη σχέση, από το αντικείμενο απόκρυψης ή από το χρόνο, τον τόπο, τη διάθεση, το σκοπό, και εν γένει κάθε μεταβλητή που μοιράζεται η εν λόγω επικοινωνιακή πράξη?
Εξαρτάται μου λες, εξαρτάται! Περιπτώσεις. Πάρ’ τες, τεμάχισέ τες, χειρούργησέ τες, βάλ’ τες στο μικροσκόπιο, ψάξε να βρεις τι φταίει, γιατί το έκανε, γιατί δεν το έκανε!? Μπες στο μυαλό του άλλου! Κατάλαβε πώς σκέφτεται! Κατανόησε γιατί έπραξε όπως έπραξε! Δικαιολόγησε τη στάση του! Βγες από τον εαυτό σου! Μπες στον δικό του! Λάβε υπόψη σου τα δεδομένα του! Σκέψου το σενάριο που ισχύει για κείνον. Δεν είναι το ίδιο πάντα με το δικό σου. Δεν είναι αυτό μόνο στο οποίο φτάνει το μυαλό σου. Μην το παίρνεις στραβά! Μην τον παρεξηγείς! Μην τον αποπαίρνεις! Μη το ένα, μη το άλλο, μη το παράλλο! Μπορεί αυτό, μπορεί εκείνο, μπορεί, αλλά μπορεί και να μην μπορεί...αλλά να θέλει.
Μια αέναη και ως εκ τούτου επίπονη διαδικασία οι ανθρώπινες σχέσεις. Να μαντεύεις τι συμβαίνει στον καθένα, να υπολογίζεις ποιες παράμετροι τον περιτριγυρίζουν και να δικαιολογείς...φληναφήματα, ατοπήματα, παραστρατήματα.
Κι όλα αυτά εκ των υστέρων: Όταν καταλάβεις πολύ μετά ότι ο άλλος επικαλούνταν λογικές απλά, καθόλα και μόνο λογικοφανείς. Ότι έμενε σταθερός σε «αξίες» ανάξιες λόγου. Ότι επέμενε και έβρισκε το σθένος να υποστηρίξει τις επιλογές του, γιατί πολύ απλά κατείχε την τεχνική του ψεύδεσθαι ή του καλύπτειν με περίτεχνο τρόπο. Κι όταν όλα αποκαλυφθούν, όταν μαθευτούν ή όταν ο εξαπατημένος ξυπνήσει απ’ τον λήθαργο του ψεύδους, ο δράστης θεωρείται και καλυμμένος (!!!). Έχει φροντίσει όταν το καταλάβεις να βρίσκεται ήδη μακριά, να σε κοιτάει με τα κιάλια ή να πάει μπροστά έχοντας γυρισμένη την πλάτη του σε σένα. Άλλωστε η φυγή είναι πάντα εύκολη όταν έχεις την αλήθεια που κρύβεις αποκούμπι. Κάποτε προσπάθησε με το γάντι να σε σφάξει κρατώντας το κοφτερό του ψέμα στο ένα του χέρι, ενώ με το άλλο σου χάιδευε τρυφερά την πλάτη για να δημιουργήσει άλλοθι.
Κι όμως, ώρες-ώρες δεν μπορείς να δεις μπροστά σου από την κούραση! Δεν υποφέρεται όλο αυτό! Να βλέπεις τα παράλογα και να μην τολμάς να τα ψάχνεις από διακριτικότητα. Απλά να δικαιολογείς. Να αντιλαμβάνεσαι ατοπήματα, αλλά να μη μιλάς, απλά να αιτιολογείς. Εσένα όμως? Εσένα ποιος θα σε καταλάβει? Ποιος θα υπολογίσει εάν πληγώθηκες? Ποιος θα αναρωτηθεί εάν στεναχωρέθηκες? Θα μπει ο ψεύτης, ο κλέφτης, ο απατεώνας στη θέση σου να δει πώς νιώθεις?  
Να γκρεμίζεις τις προσδοκίες σου μάλλον πρέπει. Ή καλύτερα..να μην τις χτίζεις καν. Ποτέ... και για κανέναν.

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Απολογία

Απολογία ναι! Όχι όμως του Σωκράτους. Ίσως ενός κράτους! Από εκείνα τα κράτη που δείχνουν τη δύναμή τους με άλλα μέσα. Όπως με τη γλώσσα. Γιατί η γλώσσα είναι δύναμη και μάλιστα ισχυρή. Και αν δεν την έχεις, μπορείς να χάσεις και το δίκιο σου. Ενώ εάν την έχεις, μπορείς να βρεις και το δίκιο που δεν έχεις. Έτσι είναι οι στρεψόδικοι άνθρωποι, όπως με χαρακτήρισε κάποια στιγμή κάποιος Ανώνυμος εδώ πέρα. Αυτά για εισαγωγή. Κατά τα άλλα...
Αμφιταλαντεύτηκα. Ποτέ δεν πίστευα πως οι εν βρασμώ αποφάσεις οδηγούν σε σωστά αποτελέσματα. Γι’ αυτό, ενώ εν πρώτοις θέλησα να μην ασχοληθώ, μετά θεώρησα πως πρέπει να δώσω ορισμένες εξηγήσεις. Τις τελευταίες. Μετά το μετάνιωσα. Τώρα απλά βλέπω πως το μόνο που καταφέρνω είναι να βγω από το πρόγραμμα. Το προγραμματισμένο για σήμερα κειμενάκι μου, θα πάει πίσω. Κανα μήνα μετά.
Γιατί έτσι κάνω. Τα κείμενα δεν γράφονται την ίδια μέρα που ανεβαίνουν. Έχω οίστρο την ώρα που ξεσκονίζω, την ώρα που πλένω μπαλκόνια ή την ώρα που βγάζω τον σκύλο -που δεν έχω- βόλτα! Και αρχίζω και γράφω, και σβήνω και ξαναγράφω. Και ανασκαλεύω παλαιότερα γραφόμενα και κείμενα και σημειώσεις και μετά τα ξαναδουλεύω. Τα ρετουράσω και τα καλλωπίζω. Και όταν έρθει η ώρα –κατ’ εμέ- να ανέβουν ψηλά, να ποσταριστούν, να «εκτεθούν και να με εκθέσουν», είτε ανεβαίνουν αυτόματα είτε προσαρμόζονται στις συνθήκες της εβδομάδας, εάν θεωρώ ότι έχω αφορμές. Άλλες πάλι φορές χωρίς καμία αφορμή. Δεν έχω χρόνο, δεν έχω διάθεση, δεν έχω κουράγιο. Ούτε το ψάχνω κάθε Τρίτη βράδυ με το ζόρι, ούτε πιέζομαι συστηματικά. Ψυχοθεραπεία είναι, όχι καταναγκασμός! Το μόνο που ξέρω είναι ότι σκέφτομαι. Και σκέφτομαι συνέχεια. Όπως όλοι. Όπως πολλοί. Και κάθε που σκέφτομαι σημειώνω, γράφω, καταγράφω, προσπαθώ δια της αγχίνου να θυμάμαι. Αυτά επί του λογοτεχνικού εργαστηρίου μου!
Η σημερινή απολογία σχετίζεται με δύο συνεχόμενα περιστατικά των προηγούμενων δύο αναρτήσεων, αλλά και άλλων όχι ιδιαίτερα παλιών (όπως το προηγούμενο εξάμηνο) και κάποιων ακόμα παλαιότερων (απροσδιόριστα χρονικά) προβλημάτων εδώ πέρα που εύχομαι και ελπίζω να έχουν λυθεί ή, εάν όχι, να έχουν κοπεί, διότι ως γνωστόν «ό,τι δε λύνεται, κόβεται!». Αυτό που πρέπει να με απασχολήσει είναι το «Πού φταίω εγώ?» ως διαχειρίστρια σε όλα αυτά, διότι όπως λένε όταν συμβαίνει κάτι: «Την 1η φορά είναι τυχαίο. Την 2η σύμπτωση. Την 3η γεγονός». Και επειδή οι παρεξηγήσεις οδηγούν σε εξηγήσεις και κουραστικές παραεξηγήσεις, επιβεβαιώνομαι κάθε φορά που λέω πως τα πάντα είναι θέμα ορισμού.
Το τι ορίζει, λοιπόν, ότι κάνει ο καθένας έχοντας και γράφοντας σε ένα μπλογκ είναι το πρώτο ζητούμενο. Υπάρχουν λόγοι και είδη πολλοί και πολλά! Μπορεί να διατηρεί ένα μπλογκ κάποιος ή κάποια για να δείχνει τα ζιπουνάκια που πλέκει στο εγγόνι του, για να προωθεί τοπικά προϊόντα ή για να εκθέτει τις απόψεις του. Σε κάθε περίπτωση πάντως εκθέτει, δείχνει, προωθεί. Σίγουρα αυτό έχει από πίσω ένα έρεισμα ναρκισσισμού, ίσως εγωκεντρισμού, αλλά δεν ξέρω εάν έχει σημασία να αναλυθεί αυτή τη στιγμή η ανθρώπινη φύση.
Θα μιλήσω για τη δική μου θέση, διότι η φύση μου είναι ανθρώπινη: Από πολύ μικρή ήμουν ένα παιδί που έγραφα εκτός από το ότι μιλούσα. Έγραφα σκέψεις, κρίσεις, απόψεις και τα ‘κρυβα στο συρτάρι. Η παιδική μου φίλη η Κυριακή ήταν η μόνη που διάβαζε τα σώψυχά μου. Έγραφα επίσης γράμματα, επιστολές, κάρτες, σημειώματα στο ψυγείο, και είχανε όλα λίγο-πολύ το δηκτικό ή χιουμοριστικό ύφος που υπάρχει και εδώ μέσα. Πολλοί το διασκέδαζαν. Κάποιοι με βρίσκαν φλύαρη. Άλλοι διάβαζαν τα μηνύματα στην παρέα τους για να γελάσουν (με μένα, με το χιούμορ μου...), και κάποιοι περίμεναν πώς και πώς να με αντικρούσουν. Στο σχολείο οι καθηγητές με βαθμολογούσανε τις περισσότερες φορές με άριστα και θαύμαζαν τη σφαιρικότητα της ανάλυσής μου, όπως και οι συμμαθητές μου. Όταν  όμως δεν την πετύχαινα πάντα, με στήνανε στον τοίχο, γιατί οι προσδοκίες που τους δημιούργησα -μου λέγανε- ήτανε μεγάλες! Με τον Chris που είναι τώρα στον Καναδά έχουμε ανταλλάξει εκατοντάδες γράμματα! Μάχες επιχειρηματολογίας και «ομηρικοί καβγάδες» με συλλογισμούς και αναιρέσεις ο ένας στον άλλον, αλλά η φιλία, φιλία κι ας πήγαινε αγκαζέ με τη διαφωνία ενίοτε έντονα, άλλες πάλι φορές ήπια.  Ακόμη έχω τις κούτες κάτω από το κρεβάτι με τα γράμματά μας. Αλλά το ίδιο έκανα με την Κυριακή, τον Αντώνη, την Τασού, τη Μαρία, την Αλεξία, τον Θωμά.
 Καθώς μεγάλωνα, το κλασικό ταχυδρομείο έγινε βρούβες, αλλά και το μυαλό μου άρχισε να πηγαίνει πιο πέρα. Να μην εμμένει σε γεγονότα, αλλά να προσπαθεί να ερμηνεύει πίσω από αυτά που κοιτάζει. Η κλασική επικοινωνία κόπηκε. Και ανακάλυψα το διαδίκτυο. Ωραίο ήτανε. Εξυπηρετικό. Να σου δίνουν βήμα χωρίς να έχεις μπάρμπα μήτε στην Κορώνη μήτε στον όμιλο Λαμπράκη. Κάπως έτσι ξεκίνησε το εγχείρημα των «βιο..γραφικοτήτων». Παρεΐστικα, στέλνοντας δειλά το εγχείρημα σε κάποιους από εσάς. Κάποιοι το βρήκαν ενδιαφέρον, άλλοι ενθουσιάστηκαν που δεν γνωρίζανε την συγγραφική μου πλευρά και κάποιοι με απέρριψαν εξ αρχής λέγοντάς μου: «Και ποια είσαι εσύ που θες να γράφεις και να έχεις άποψη που να την διαβάζουμε?». Το δέχτηκα και αυτό. Διότι είναι άποψη και πρέπει να είναι σεβαστή.
Ωστόσο, στην αρχή τουλάχιστον οι περισσότεροι στεκόντουσαν στην γραφή, στο στιλ και το ύφος, στο λογο-«τεχνικό» κομμάτι των λεγομένων. Από την αρχή κατάλαβα πως εδώ δεν θα ‘ναι ένας χώρος που θα γίνεται ζύμωση απόψεων, διότι οι φιλοξενούμενοι δεν έδειξαν τον αντίστοιχο ζήλο. Διαβάζανε, μα μέχρι εκεί. Άλλοι από έλλειψη χρόνου, άλλοι γιατί δεν ήθελαν, άλλοι γιατί δε γνωρίζανε το σπορ και άλλοι από complex που τους προκαλούσε ο θηλυκός Ελύτης -τρομάρα μου- και δεν μπορούσαν να μιμηθούν το αντίστοιχο ύφος!!! Όχι ότι το ήθελα ή το είχα ως επιδιωκόμενο σκοπό ούτε και πως με ένοιαζε πώς θα εξελιχθεί. Ελάχιστες ήταν οι φορές που οι αναγνώστες ανέπτυξαν διάλογο μεταξύ τους. Και μα την αλήθεια ήταν κάτι που δεν με ενδιέφερε. Στάθηκα απλά στο λογοτεχνικό μέρος.
Τώρα, είναι? Δεν είναι λογοτεχνία?...θα μου πειτε. Δεν ξέρω! Πάντως λογοτεχνικό είδος είναι. Ποτέ δεν κατάφερα να το εντάξω. Στους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς που πήρα μέρος (πέντε φορές) δεν έβαλα ποτέ κατηγορία στον φάκελο υποψηφιότητας. Στην κριτική επιτροπή άλλοι το κατατάσσανε στο δοκίμιο και άλλοι στα χρονογραφήματα. Το θέμα είναι ότι για μένα ουσία είχε το κείμενο και όχι τα σχόλια. Αυτό άλλαξε όμως σιγά σιγά με τον χρόνο και μετατράπηκε ο χώρος σε πεδίο ανταλλαγής απόψεων. Και καλώς έγινε. Ευπρόσδεκτα!
Το θέμα, λοιπόν, των σχολίων είναι ένα δεύτερο ζήτημα. Είναι το δημοκρατικό κομμάτι. Είναι το βήμα που δίνεις ως καλός οικοδεσπότης στους συνδαιτυμόνες και ομοτράπεζούς σου να δεχτούν, να καλοδεχτούν, να συμφωνήσουν, να διαφωνήσουν, να πουν κάτι εξυπνότερο, διαφορετικό, να συμπληρώσουν και να αναιρέσουν. Όχι όμως να δηλητηριάσουν, ούτε να βγάλουν όλην την κακία, την χωλή και την ανασφάλειά τους. Και επειδή, θα μου επιτρέψετε να πιστεύω πώς τόσο το IQ μου όσο και το EQ μου βρίσκονται σε καλά -ει μη τι άλλο- επίπεδα, μόλις αντιλήφθηκα τέτοιες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις που συνδέονται με προσωπική νευρωτική και ψυχωτική άνοση και ως εκ τούτου άνοστη ανασφαλή κατάσταση, ναι, έβαλα face control στον χώρο μου, όπως κάνω και στο σπίτι μου, όπου δεν θέλω ο άλλος να μπαίνει πάντοτε μέσα με τα παπούτσια. Και εάν ποτέ μπει, θα είναι γιατί θα του το επιτρέψω εγώ και όχι ο τσαμπουκάς του!
Κατά τα άλλα, θα μπορούσα κάλλιστα να «κόψω» και να περνάω από «λογοκρισία» τα λεγόμενα του καθενός. Δεν το ‘κανα όμως. Απεναντίας θα ήτανε μεγαλύτερο πλήγμα για μένα να πει κάποιος πως δειλιάζω να ακούω την αλήθεια, από το να αφήνω να με τσαλακώνουν. Που ούτως ή άλλως τσαλακώνομαι, αφού εκουσίως εκτίθεμαι. Τέτοιοι τύποι κατάφεραν με περισσή κακία να αφήσουν το στίγμα τους τρολάροντας ξανά και ξανά, ενώ έβλεπαν πως ΕΥΤΥΧΩΣ δεν υπήρξε feedback! Δεν πρόλαβαν άλλωστε! Ορισμένοι θα θυμούνται ακόμη και διαπληκτισμούς επί προσωπικού επιπέδου. Όλα αυτά ή μάλλον πολλά από αυτά έχουν ρίζες. Ο πρώτος που ευθύνεται και επιτρέπει να γίνονται επί προσωπικού διαπληκτισμοί μάλλον είναι ο επικεφαλής. Γιατί επί προσωπικού αναπτύχθηκαν γενικά οι σχέσεις, πριν από εδώ φυσικά, και μετά εδώ. Ωστόσο δε νομίζω πως πρέπει να απολογηθώ γι’ αυτό και οι λόγοι είναι θαρρώ  ευκόλως εννοούμενοι.
Περνώ, λοιπόν, στο τρίτο ζήτημα, που είναι οι αφορμές των γραφομένων. Το όνομα του μπλογκ («βιο...γραφικότητες») σαφώς και παραπέμπει σε γραφή που βασίζεται σε στοιχεία βιογραφικά. Ποιος συγγραφέας άλλωστε, αρθρογράφος, ποιητής κλπ είναι αυτός που θα υποστηρίξει πως οι αφορμές και οι εμπνεύσεις του είναι έξω και όχι γύρω από τη ζωή του και το κοινωνικοπολιτικό και ιστορικό του πλαίσιο? Ωστόσο, εάν υποστηρίξει κάποιος πως ο συγγραφέας οτιδήποτε γράφει είναι καθαρά βιο...γραφικό είναι σαν να υποστηρίζει πως ένας ηθοποιός δικαιούται να παίξει μόνο ρόλους που προσιδιάζουν στον χαρακτήρα του και τίποτε έξω από αυτόν. Αντιλαμβάνεστε το άτοπον του πράγματος!
 Γι’ αυτό, λοιπόν, πρέπει κανείς να καταλάβει πως ό,τι γράφεται εδώ πέρα μπορεί να έχει αφορμές πολλές και πάμπολλες: από τον δημόσιο υπάλληλο στην εφορεία που μπορεί να με εκνεύρισε ως και τον ταξιτζή με τον οποίο πιάσαμε την κουβέντα ή τις δυο γριούλες που μιλούσανε στις πίσω από μένα θέσεις στο λεωφορείο.
 Και επειδή η δεοντολογία η εν γένει, αλλά και η εν είδει λογοτεχνική δεν επιτρέπει να αποκαλύπτονται πρόσωπα και καταστάσεις, είναι προφανές πως δεν θα τα αποκαλύψω, αλλά θα τα μετουσιώσω σε μία απροσωπία είτε οι άλλοι νομίζουν πως είμαι εγώ πίσω από αυτά είτε ο «εαυτός τους» επειδή τους γνωρίζω προσωπικά, επειδή συνέβη κάτι μεταξύ εμού και εκείνων σχετικό με αυτό που περιγράφω, επειδή έτυχε να παρατηρήσω κάτι επάνω τους, επειδή, επειδή, επειδή...
 Δεν μπορώ να σας «κάνω μάθημα» αυτήν την στιγμή και να μπω σε διαδικασίες διδασκαλίας βασικών αρχών λογοτεχνίας. Αφενός είμαι μικρή να κάνω κάτι τέτοιο, αφετέρου δε νομίζω ότι ενδιαφέρει απαξάπαντες εδώ μέσα, κυρίως όσους δεν τα ‘χουν καλά με τη λογοτεχνία. Θα σταθώ όμως σε μια βασική αρχή της: αυτός που γράφει (είτε είναι συγγραφέας, είτε αρθρογράφος, είτε ποιητής) απλά αφορμάται! Και οι αφορμές για εκείνον δεν είναι πάντοτε ή σχεδόν ποτέ ορατές για τους αναγνώστες του. Αυτό που κάνουν οι αναγνώστες τις περισσότερες φορές είναι να προσπαθούν να βρουν τα βιο...γραφικά -τυχαίο!?- στοιχεία του γράφοντος μέσα στο ανάγνωσμα. Που βάση έχει, γιατί επαρκές από μόνο του μπορεί να είναι, δεν είναι όμως ταυτόχρονα και αναγκαίο! Ο γράφων, ο λογοτέχνης και γενικά ο καλλιτέχνης είναι η αφορμή να δεις κάτι που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είδες, δεν πρόσεξες και μάλιστα από μια άλλη οπτική, να το προσλάβεις με έναν άλλον τρόπο. Δεν είναι απαραίτητο όμως να τον εξωθούμε όλη την ώρα σε μία ολιστική αποδόμηση των όσων γράφει. Όπως λέει και η φίλη μου η Μαρία, στο φανταστικό χωριό της λένε «Άσε και τίποτα καλυμμένο, κάνε με να φανταστώ τι έχει από κάτω ο ποδόγυρος!». Μην αποκαλύπτεις τα πάντα και δες αυτό που πρέπει να δεις!
Πώς να πείσω, λοιπόν, εγώ την μάνα μου που μόλις διαβάσει το κείμενο Τετάρτη πρωί, αναρωτιέται «σε ποιον αναφέρομαι, ποιον είχα στον νου μου, πού πάει η σπόντα?? κλπ κλπ κλπ». Το ίδιο κάνει η θεια μου, η γιαγιά μου και κατά πως φαίνεται οι φίλοι και οι γνωστοί μου. Πριν από τρία χρόνια έγραψα «το χαίρε νύφη ανύμφετε» και ακόμα αναρωτιούνται κάποιοι σε ποια ξαδέρφη μου αναφερόμουν και την ψάχνουν. Προφανώς και δεν είχα καμιά ξαδέρφη που να «πάθει» όλο αυτό που περιέγραφα, ωστόσο οι άνθρωποι (και επιτρέψτε με να τους πω «ρηχούς» εν προκειμένω) σταθήκανε στο «ποιος?» της περιγραφής και όχι στο «τι?», το «γιατί?» κλπ! Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται φυσιολογικά. Είναι ίσως η λογική της κλειδαροτρυπας που διέπει το ανθρώπινο είδος. Και αφού η ανθρώπινη φύση είναι κοινή σε όλους μας εδώ πέρα, προφανώς έχουμε πολλοί από εμάς κοινούς παρονομαστές, ίδιες συμπεριφορές, γι’ αυτό τα όσα διαβάζουμε μας θυμίζουν κάτι. Γενικώς και ειδικώς δλδ η «προβολή» εδώ μέσα πάει κι έρχεται φύσει και θέσει.
Αυτό, λοιπόν, είναι ίσως το μείζον κεφάλαιο: Το ότι γνωρίζομαι σχεδόν με τους περισσότερους Επώνυμους. Και πολλοί μεταξύ σας επίσης γνωρίζεστε. Δεν είναι επομένως ένα ανοιχτό μπλογκ τύπου protagon ή kouti tis pandoras, ούτε χρησιμοποίησα μέχρι στιγμής, παρά τις «πιέσεις» ορισμένων- τουλάχιστον κανένα ιδιαίτερο μέσο κοινωνικής δικτύωσης -χωρίς να το θεωρώ κακό- προκειμένου να ευρύνω το κοινό μου. Δεν καταλαβαίνω, γιατί αυτό να μην είναι ανεκτό και να μην μπορώ να έχω το δικαίωμα να το κάνω ανεξάρτητα εάν μπορεί ο οποιοσδήποτε να μας ανακαλύπτει τυχαία ή κατόπιν πρότασης και να μπαίνει στους συνδαιτυμόνες. Καθημερινά κλικάρουν περίπου 80 με 100 άτομα τη σελίδα από περιοχές όπου δεν έχω και δεν γνωρίζω κανέναν. Ρωσία, Καλιφόρνια, Κίνα, Ουκρανία, Γερμανία, Ν.Αφρική είναι μόλις κάποιες από τις χώρες στις οποίες δεν έχω μήτε φίλους μήτε γνωστούς. Κι όμως πολλοί είναι αυτοί που μας παρακολουθούν από τα εν λόγω μέρη.
 Άλλο θέμα είναι πως κάποιοι θέλουν να διατηρήσουν την Ανωνυμία τους! Από φόβο? Από άποψη? Από δειλία? Πρόβλημά τους! Ωστόσο σεβαστό. Η κακεντρέχειά τους όμως σαν αυτή που έζησα από το Μάρτιο εως τον Ιούνιο και στάθηκε αφορμή να σκεφτώ να κλείσω τη σελιδα (ξέρουν καλά ποιοι είναι...) με οδήγησε στο να γίνομαι καχύποπτη απέναντι σε εκείνους που διαφωνούν, επειδή παίρνουν τα θέματα προσωπικά και νομίζουν πως ο κόσμος δεν περιφέρεται γύρω από τον ήλιο, αλλά αποκλειστικά γύρω από τον εαυτό τους! Ούτε για αυτό όμως θα απολογηθώ. Αυτό μάλιστα που έχει πλάκα είναι που ορισμένοι off the record με ρωτάνε όλο υπονοούμενο «ποιος ήταν εκείνος και ποιος ο άλλος που απαντάει με το τάδε ή το δείνα ψευδώνυμο. Ε λοιπόν δεν ξέρω και δεν είμαι υποχρεωμένη να ξέρω. Ας είναι όποιος είναι! Δικαίωμά του να διατηρεί την ανωνυμία του, υποχρέωσή μας να το σεβαστούμε οι υπόλοιποι, αρκεί να μην προσβάλλει, όταν διαφωνεί, και να σέβεται το χώρο.
Στο δια ταύτα: Το μπλογκάκι που βλέπετε εδώ πέρα δεν ανήκει στη γνωστή συνομοταξία των μπλογκερ. Έχω κάθε δικαίωμα να δίνω το προφίλ που θέλω εγώ σε αυτό. Ξεκίνησε από μία προσωπική, ναρκισσιστική και εγωκεντρική έστω (εάν ικανοποιεί κάποιους αυτό) επιλογή να εκθέτω τις σκέψεις μου και ως εκ τούτου να εκτίθεμαι. Το αν αυτό επισύρει ορισμένες υποχρεώσεις ωστόσο από πλευράς μου, να προσέχω τι γράφω μήπως ο οποιοσδήποτε το εκλάβει διαφορετικά, αυτό είναι διαπραγματεύσιμο πάλι σύμφωνα με τους όρους που βάζω εγώ εδώ πέρα, διότι:
α. πάει πολύς καιρός από τότε που έλυνα με φίλους και γνωστούς παρεξηγήσεις και αποφάσισα πως είμαι πολύ μεγάλη πια στα 34 μου να κάνω ό,τι και στα 14 σε ανθρώπους που θέλουν να πιστεύουν πως με ξέρουν. Με κουράζει η διαδικασία πολύ και
β. εάν ο οποιοσδήποτε νομίζει πως το θέμα είναι προσωπικό και θίγεται τρεις και μία επειδή δεν με ξέρει τόσο καλά όσο νομίζει, έχει δικαίωμα να μην ξαναμπεί εδώ μέσα και να μην με ξαναδιαβάσει. Όλα καταλήγουν στις προσωπικές επιλογές εν τέλει και όπως μπορεί κανείς να κλείσει από το τηλεκοντρόλ την τηλεόραση, επειδή τον ενοχλούν οι φάτσες των τηλεπερσόνων, έτσι και εδώ μπορεί να μην ξαναδιαβάσει τις απόψεις και τις σκέψεις μου. Κι αν του στέλνω μήνυμα με το link, όπως συνηθίζω κάθε Τετάρτη, ας μου ζητήσει να μη του ξαναστείλω. Άλλωστε είναι πολλοί εκείνοι που με έχουνε για διαφορετικούς λόγους συνδέσει με τα spam ή δεν με ανοίγουν ποτέ! Επιπλέον, εδώ ο κόσμος καίγεται, με τις σκέψεις της Κωνσταντίνας θα ασχολούνται? Είμαι πολύ πιο ώριμη από όσο θέλουν να πιστεύουν ορισμένοι για να έχω τέτοιες αυταπάτες!
Ωστόσο, δεν αντέχω να δέχομαι μηνύματα, τηλεφωνήματα και ερωτήματα ανθρώπων που επειδή έχουν μια «μύγα» μυγιάζονται και σπεύδουν να διαπιστώσουν τι? Εάν το κείμενο τους αφορά? Αυτό είναι το θέμα?
Εν πάση περιπτώσει ήδη κούρασα και κουράστηκα. Δεν έχω να πω κάτι άλλο! Η αφορμή δόθηκε με δύο απανωτά περιστατικά, αλλά και ένα στο πρόσφατο παρελθόν με πολύ σοβαρό ψυχοπαθολογικό φόντο! Ευτυχώς συζητήθηκε και λύθηκε τουλάχιστον το ένα με διεξοδική συζήτηση, γιατί πρυτάνευσε η λογική. Με τον τρελό και τον παράλογο δεν ασχολήθηκα, ούτε πρόκειται, γιατί δεν έχει νόημα. Ας ασχολείται εκείνος με μένα. Είναι κολακευτικότερο. Από κει και έπειτα, δεν θα απολογηθώ άλλο για ποιον λόγο  κάνω κάτι διαφορετικό από ό,τι κάνουν οι άλλοι. Θέλω η Τετάρτη μου να εξακολουθεί και να είναι η μεσοβδομαδιάτική μου χαλάρωση από τη δουλειά και όχι να μου δημιουργεί εντάσεις που δε χρειάζομαι στη ζωή μου. Έχω ήδη αρκετές! Και πιστέψτε με, όπως ο καθένας εδώ μέσα, έχω κι εγώ πολύ πιο σοβαρά θέματα να ασχοληθώ που αξίζουν περισσότερο χρόνο και φαιά.
Να ευχαριστήσω ωστόσο και τους συνδαιτυμόνες που με τις παρεξηγήσεις που δημιουργήθηκαν μου δώσανε αφορμή πρώτα απ’ όλα να επαναπροσδιορίσω θέσεις, σχέσεις και οπτικές για να πω πολλά μαζεμένα ΕΞΩ ΚΑΙ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΕΚΕΙΝΟΥΣ και τα ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ, γιατί κατά καιρούς ήθελα με διάφορες αφορμές να πω όλα όσα έγραψα σε διάφορους. Ποιοι είναι αυτοι? Ο καθένας πιστεύω πως το μήνυμά του το εχει λάβει! Εάν το μήνυμα ελήφθη έχει καλώς. Εάν πάλι όχι, λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτε παραπάνω. Άλλωστε δεν είμαστε πάνω από 300 συνδαιτυμόνες εδώ μέσα και καλό θα ήταν να μη μιμηθούμε τη Βουλή που δεν μπορεί να συνεννοηθεί, αλλά συμβολικά τουλάχιστον να προσπαθήσουμε να σεβαστούμε τη διαφορετικότητα.

Δεν ξέρω εάν θέλετε να σχολιάσετε κάτι σε όλο αυτό. Εγώ αποφάσισα απλά στη σημερινή ανάρτηση να μην απαντήσω σε κανενός το σχόλιο, εάν και εφόσον το υποβάλει. Και το δηλώνω εκ προοιμίου και ευθαρσώς.  Όχι από εγωισμό. Άλλωστε όσοι με ξέρουνε καλά, αυτό υποστηρίζουν συνέχεια. Πως δεν αφήνω τίποτε ασχολίαστο και τίποτε να πέσει κάτω. Σήμερα θα το κάνω. Δεν με ενδιαφέρει εάν παραβαίνω τους μπλογκικούς κανόνες ούτε εάν είμαι στα όρια της δεοντολογίας. Απλά σήμερα αυτό θέλω να κάνω, και αυτό θα κάνω. Εάν ο οποιοσδήποτε θέλει να κάνει διάλογο με κάποιον  άλλον, ελεύθερα. Απλά εγώ ξέρω καλά (γιατί ξέρει ο γύφτος τι έχει στον ντορβα) πως αυτό δε γίνεται εδώ πέρα. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν σχολιάζουν γιατί θεωρούν ότι «δεν γράφουν καλά!» λες και έχουν απέναντί τους τον Ελύτη, όπως προείπα! Και ξεχνούν πως η γράφουσα έχοντας πλήρη επίγνωση της συγγραφικής της ιδιότητας το μόνο που καταφέρνει με τα κείμενά της είναι η ψυχοθεραπεία η δική της και όχι η δημιουργία complex των άλλων. Ειδάλλως θα ήτανε διαστροφική η κατάσταση. Γι’ αυτό και δεν θα προβώ σε κλείσιμο των σχολίων, γιατί θα είναι πολύ αντιδημοκρατικό να στερήσω τη χαρά των πέντε φίλων που αναπτύσσουν οικειοθελώς τις απόψεις τους! Οι υπόλοιποι ας κοιτούν από μακριά, ας σχολιάζουν προσωπικά, προφορικά ή και ποτέ! Και τώρα που το σκέφτομαι ναι, τα σχόλια ορισμένων δεν μου είναι καθόλου απαραίτητα!

Καλό ξημέρωμα

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Έν οίδα...



Πόση ενάργεια μπορεί να κρύβεται πίσω από ένα «Δεν το ξέρω». Δείχνει μία οριοθέτηση του γνωστικού αντικειμένου που κατέχεις. Ή ... που νομίζουν οι άλλοι ότι κατέχεις. Βέβαια, μία τέτοια απάντηση μπορεί να ισούται με μετριοφροσύνη, κατά άλλους δε -κυρίως απερίσκεπτους- με άγνοια του αντικειμένου σου, όμως... ένα «Δεν το ξέρω» δείχνει και πυγμή. Δείχνει πως δεν έχεις στόμα απύλωτο, αλλά πως η οποιαδήποτε κουβέντα βγει από αυτό είναι δοκιμασμένη, μετριασμένη και όχι μέτρια ή μετριότητα. Δείχνει πως είσαι μετρημένος στα όσα λες, στα όσα ξέρεις, στα όσα ισχυρίζεσαι πως ξέρεις. Το «Δεν ξέρω» ίσως είναι αλλιώς ως απάντηση! Αυτό το «το» που λείπει εκεί ανάμεσα στο «δεν» και στο «ξέρω» κάνει μια μεγάλη διαφορά. Δείχνει πως ο άλλος περιμένει από εσένα να ξέρεις κάτι που ενδεχομένως εμπίπτει στο γνωστικό σου αντικείμενο και συ ειλικρινώς απαντάς πως αυτό το κάτι σου ξεφεύγει ή πως αναφέρεται σε πιο ειδικές περιπτώσεις που δεν έχεις καταφέρει ή προλάβει να μελετήσεις, να γνωρίσεις έστω να ακούσεις! Το «Δεν ξέρω» πάλι, χωρίς εκείνο το ενοχλητικό «το» ανάμεσα στο αδιαίρετο ζεύγος της άγνοιας δηλώνει μία απουσία που αφήνει μετέωρη τη γνώση. «Δεν ξέρω γενικά ή δεν θέλω να ξέρω ή εν πάση περιπτώσει κάνω πως δεν ξέρω για να απαλλαγώ από τις ερωτήσεις σου!!! Με ενοχλείς! Φύγε! Δεν ξέρω!»
Γι’ αυτό το «Δεν ΤΟ ξέρω» σε κάνει να τρως ένα σκάλωμα! Να θαυμάζεις ένα μυαλό που έχεις απέναντί σου, το οποίο μυαλό ξέρεις από τη συζήτηση ότι ξέρει πολλά, ίσως ότι έχει ακούσει περισσότερα, αλλά κάποτε στη διεξαγωγή της έρευνας τού μάθανε να μη λέει ό,τι ακούει, εάν δεν το διηθεί και να μην το μεταφέρει ως ακατέργαστη πληροφορία που περνάει τα καλώδια ενός σπασμένου τηλέφωνου! Άλλωστε το βλέπεις στα μάτια του, πριν ανοίξει το στόμα του. Ακούει, επεξεργάζεται, βαθαίνει το βλέμμα του, γιατί «σκέφτεται» και μετά σου απαντάει το ερεθιστικό «Αυτό δεν το ξέρω»!
 Respect σε όσους έχουνε το σθένος μέσα στον αιώνα του καταιγισμού της πληροφόρησης και του βομβαρδισμού της πληροφορίας να επικαλούνται την άγνοιά τους όχι ως άλλοθι, αλλά ως στάση ζωής!