Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Η αυτοκριτική της ναφθαλίνης

Μεταξύ μας τώρα… το παραδέχομαι. Μία μούχλα υπάρχει! Κι άντε ένας, άντε δύο. Πεντακόσιοι και παραπάνω μαζί σε μια αίθουσα ξέρετε τι μας κάνουν? Ο Θεός να σε φυλάει! Να κόψεις φλέβες…

- Όλα ξεκινούν από το dress code:
 «Αν είμαι γυναίκα, να είμαι λίγο κουλτουριάρα και να φαίνομαι, να φορώ μια φούστα με άποψη, να έχω ένα μαλλί περίεργο ή ένα σκουλαρίκι χειροποίητο. Μερικές φορές μπορεί να θυμίζω και Πάολα! Και τι να λέει! Η κάστα μας έχει και περιεχόμενο. Όσο για το ταγιέρ, αυτό είναι μιας άλλης εποχής, για τις παλιές, αν και, κάποιες από μας, νέες τη σήμερον, σε 10 το πολύ χρόνια από τώρα, ταγιέρ θα φοράνε. Φαίνεται!»
«Αν πάλι είμαι άντρας… επίσης φαίνεται. Λίγο αξούριστος, λίγο ακούρευτος, λίγο έχω ξεχάσει τι θα πει σαμπουάν, λίγο κοιλίτσα, λίγο κοστούμι… λίγο βλέμμα ροφού, λίγο παραμόρφωση μετά τη μόρφωση!»

-Και τι γλώσσα μιλάς?
Κατά βάση πομπώδη, με λεκτικές περικοκλάδες, εντυπωσιακή, με στόμφο, με… με… με… Σίγουρα «με», όχι «χωρίς»… και πάντα με τάση διόρθωσης του συνομιλητή. Ε υπάρχουν κι εκείνοι που παρεκκλίνουν. Που είναι λίγο του λιμανιού και λίγο του σαλονιού ταυτόχρονα. Αλλά και εδώ, όπως με την Πάολα, υπάρχει μια διαφορά με τον λιμενεργάτη: ότι ο τελευταίος δεν μπορεί να μιλήσει ΚΑΙ σε συνέδριο, να ετυμολογήσει βρε αδερφέ ένα λήμμα. Λέμε τώρα… διότι είναι πολλοί και πάμπολλοι από την εξέχουσα αυτή φάρα μας που μπερδεύουν το «λήμμα» με το «βλήμα».
 Και στο κάτω-κάτω πού να τα ξέρεις όλα! Η κατάρα του κλάδου σε θέλει σαν το καροτσάκι του super market: δίπλα στα κασέρια η οδοντόπαστα, πάνω από το γκαζάκι του καφέ ο ταραμάς και παραδίπλα το ρολό κουζίνας, ο αρακάς με το ασετόν. Όλα άσχετα μεταξύ τους, αλλά με έναν κοινό παρονομαστή. Εσένα.
Μάθε λοιπόν και αρχαία και νέα, και Σολωμό και Εμπειρίκο, και Βιζυηνό και Σοφοκλή και Σαπφώ και Καρτέσιο, και ιστορία, και αρχαία και ρωμαϊκή και βυζαντινή και νεοτέρα. Και εντρύφησε και στον Κασσιόδωρο και στον Σκυλίτζη και στα λατινικά και στα ομηρικά, και στον Κικέρωνα και στον Σαλλούστιο! Και γνώριζε τη γραμματική και το λεξιλόγιο το αρχαίο, το ελληνιστικό, το μεσαιωνικό και της νέας ελληνικής, της λατινικής, της ομηρικής. Και σπούδασε τη γλωσσολογία και τη θεωρητική και την εφηρμοσμένη και την ιστορικοσυγκριτική. Διότι «είναι ανεπίτρεπτο να λέγεσαι «φιλόλογος» και να μην τα ξέρεις όλα αυτά!
- Ουφ! Συγνώμη!! Αυτό δεν είναι άνθρωπος! Αυτό είναι η GOOGLE με πόδια!
Και κάπου εδώ αρχίζουν οι ανασφάλειες. Γιατί δε διάβασα όσα έπρεπε από μικρή για να προλάβω? Και ψάχνω τον ένοχο: ποιος μου ‘φαγε στα νιάτα μου το χρόνο μου? Χμ! Το ποδήλατο! Αυτό φταίει! Θα το πυροβολήσω! Και το παιχνίδι. Θα το σκοτώσω. Και οι παρέες μου. Θα τις φυλακίσω… Θέλω το χρόνο μου πίσω! Να συγκλίνω στοιχεία ετερόκλητα και αντισυμβατικά: να γίνω καλή, κατανοητή, συμπαθητική και εν τω βάθει ψαγμένη φιλόλογος. Αλλά ζωντανή. Όχι μουχλιασμένη σαν να βγήκε από την ντουλάπα το μάλλινο παλτό που μυρίζει ναφθαλίνη.
-Πολλά ζητάς!


Αθήνα 22 Νοεμβρίου 2012
Συνέδριο της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων
Θέμα: Θουκυδίδης

Ιστορικός και ως εκ τούτου διαχρονικός. Κάθισα δίπλα σε μια συνάδελφο, μάλλον και τα μάλα νεότερη. Στα χρόνια. Χαμογελαστή ναι. Αλλά μετά το «καλημέρα σας», γκρίνιααααα! Πιο πολλή κι απ’ τη δική μου. Φαντάσου! Από αυτές τις γκρίνιες με μουρμούρα: «Κορεσμένος ο κλάδος μας, χωρίς δουλειά… Και αυτοί του ΦΠΨ είναι άσχετοι. Δεν πρέπει να λέγονται φιλόλογοι. Και οι του Ιστορικού Αρχαιολογικού  μας παίρνουν την δουλειά και μπλα μπλα μπλα…». Χαμογέλασα. Απάντησα απλά πως “ο καλύτερος κερδίζει” και έσκυψα στις σημειώσεις μου. Τυπικά έδειξε να συμφωνεί, αλλά έβγαζε καπνούς από τα αφτιά.  Και σημείωνα  τι? Τον εκπεφρασμένο συνδικαλισμό εκπροσώπου της ΟΛΜΕ που μιλούσε για μειωμένες απολαβές και για χαμένα κεκτημένα, αλλά δεν είπε τίποτα για δουλειά. Ούτε μία λέξη. Θα εννοούνταν κι αυτό, όπως πολλά δυσκόλως εννοούμενα. Και χασμουρήθηκα. Νύσταξα. Βαρέθηκα. Ήταν κι εκείνος ο κατά τα άλλα πολύ σημαντικός, αλλά συνάμα τόσο ανιαρός λόγος των εισηγητών… σαν το νανούρισμα της μαμάς στα πρώτα μου χρόνια! Άλλωστε για να καταλάβει ένας φιλόλογος πόσο βαρετός είναι ώρες-ώρες (ή πάντα!!!) μπορεί να καθίσει ανάμεσα σε άλλους για να ακούει έναν επίσης φιλόλογο να μιλάει. Ε ρε γλέντια! Αλλά ευτυχώς ο λόγος κάποιων χαρισματικών ομιλητών έκανε τον Θουκυδίδη να αλλάξει χώρο και να ξεπεράσει και το χρόνο και να καθίσει πλάι μου και να μου μιλάει για το μέλλον… 
Εν κατακλείδι, ορθά ο κλάδος αυτός θεωρείται εν τη γενέσει του καταραμένος. Αλλά και καμένος. Όπως σε πολλές άλλες περιπτώσεις, κρατάς το πτυχίο σαν σπουδές, όχι σαν επάγγελμα. Στη σχολή άλλωστε οι καθηγητές μας μας είχαν προετοιμάσει σωστά: «Εμείς εδώ βγάζουμε επιστήμονες, όχι καθηγητές». Μπορείς άλλωστε να γίνεις μια επιτυχημένη καθαρίστρια με πτυχίο φιλολογίας. Ή μπορείς να πουλάς καρπούζια γνωρίζοντας Κικέρωνα ή την ιστορία του ελληνικού έθνους από την εκδοτική Αθηνών. Άλλωστε τι κακό έχει να σπουδάσεις φιλολογία και να επαγγέλλεσαι κάτι άλλο? Η δουλειά δεν είναι ντροπή και δε θα ‘σαι ο μόνος που του συμβαίνει αυτό. Άσε που δεν έχουμε πια σαν τους παλιούς φιλολόγους! Σήμερα, σε πολλές των περιπτώσεων, ισχυρίζονται κάποιοι, μιλάμε για φελλο-λόγους! Διότι άλλο ο παλιός φιλόλογος, κι άλλο ο παλιοφιλόγος.
Ευτυχώς όμως, ο Θεός εφηύρε τις ανταύγειες μες στην καταχνιά, την εξαίρεση μέσα στον κανόνα και τους διαφορετικούς μέσα στην ομοιομορφία. Αλλά πόσους τέτοιους γνώρισες?  Εγώ ελάχιστους!

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

Παρα-τράγουδα!

Σε ένα παραδοσιακό γλέντι σίγουρα δε θα ήμουνα αυτή που θα με παρακαλούσανε να σηκωθώ για να σύρω το χορό! Δεν θα υπήρχε κανένας απολύτως λόγος να με τραβάνε και να με σβαρνίζουνε, αφού σίγουρα τα πόδια μου θα είχανε ακολουθήσει ήδη την ψυχή μου που με κάποιον τρόπο θα είχε ανέβει ήδη στην πίστα και θα έδινε ρεσιτάλ. Ευτυχώς από παιδί τέτοια κολλήματα ή κωλύματα δεν είχα. Φρόντισαν μάλιστα κάποιοι εκουσίως ή άθελά τους ώστε ο ήχος του κλαρίνου, της τρομπέτας ή του σαντουριού να αποτελεί για μένα μια γλώσσα ερεθιστική που να μου δίνει πάντοτε διαζύγιο από την αναπαυτική μου καρέκλα και να με γνωστοποιεί στους θεατές που κάθονται ολόγυρα της σκηνής. Και η παράσταση αρχίζει...
Με μια διάθεση να ανεβαίνει σαν το καλοκαιρινό θερμόμετρο και μια κούραση να με τραβάει απ’ το μανίκι, αλλά εγώ να της λέω επιδεικτικά «Άσε με!», μπορώ επί ώρες και μισοεξαντλημένη να χορεύω επάνω στα δωδεκάποντά μου σε μια πίστα από φώσφορο ή μέσα στα ζεστά μου μποτάκια σε κάποια πλατεία ενός χωριού ή ξυπόλυτη εκεί που σκάει το κύμα σε ένα νησί. Και καθόλου δε μ’ ενδιαφέρει αν ο κόσμος απλώς με κοιτάει με το απλανές βλέμμα του ροφού και αδιάφορα, και καθόλου δε με νοιάζει αν με γδύνουν κάποια μάτια με ύφος μπλαζέ και υποτιμητικό και καρφάκι δε μου καίγεται αν μερικοί δεν καταλαβαίνουν τον παθιασμένο μου έρωτα εκείνη τη στιγμή με το χορό, ίσως γιατί δεν τον γνώρισαν, δεν τους τον μάθανε, δεν τους τον καλλιεργήσανε, δεν τους τον μεταδώσανε.
Αντίθετα και αντίστοιχα, εμένα πολύ μου αρέσει να βλέπω ανθρώπους που θέλουν να χορέψουν, αλλά δεν μπορούνε γιατί δεν τους βαστάν τα πόδια τους, λόγω ηλικίας ή ολικής ή μερικής ανικανότητας. Κουνιούνται μόνο ρυθμικά επάνω-κάτω στην καρέκλα. Άλλοι πάλι τολμούνε να σηκωθούνε στην πίστα χωρίς να ξέρουν τα βήματα. Ωστόσο χορεύει η καρδιά τους. Και ακόμη περισσότερο ενθουσιάζομαι όταν ενσαρκώνεται ο ορισμός του τσάμικου που θέλει τον πρώτο να χορεύει αγρίως και τους υπόλοιπους να κοιτάζουν ηλιθίως! Ο κύκλος δεν προχωράει, αλλά σταματάει και περιμένει τον πρώτο ο οποίος είτε δίνει παράσταση δεινού χορευτή είτε κλέβει την παράσταση λεβέντη είτε απλά χορεύει η καρδιά του ενώ τα βήματα θυμίζουν εργάτη σε παλιό πατητήρι. Δεν με νοιάζει, τον αγαπώ!....
Μα σαν θυμάμαι εκείνην την κρατική, την κατ’ ευφημισμόν τηλεόραση, εκείνη που ορά από μακριά και καμιά φορά αφ’ υψηλού -παρόλο που βάσει του χάρτη είμαστε ψηλότερα, ενώ εκείνη και το επιτελείο της κεντρικοχαμηλότερα- αδυνατώ να φέρω κατά νου μία φορά μια προβολή «Εθίμων και Παράδοσης, τραγουδιών και χορών» από άλλους πλην βρακοφόρων και φουστανελοφόρων… και πληγώνομαι.
Εξ ου και ο επαγγελματίας dj -όπως λέγεται νεοελληνιστί (!)- σε γλέντι της Πρωτεύουσας που του ζητάς να παίξει κάτι μακεδονικό για να το χορέψεις, πέρα από τα νησιώτικα, τα κρητικά ή τα τσάμικα και τους συρτούς Πελοποννήσου, και σου βάζει ένα θρακιώτικο ζωναράδικο, επιμένοντας πως είναι μακεδονικό, γιατί ο «καημένος» μαζί με πολλούς άλλους δεν έμαθε να ξεχωρίζει ότι και από τα Τέμπη και πάνω Ελλάδα είναι και πως άλλο γεωγραφικό διαμέρισμα είναι η Θράκη και άλλο η Μακεδονία...γαμώτο! (ποσω δε μάλλον τα τραγούδια τους)

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Οίκος Αντοχής!


Το ανέκδοτο της ημέρας
Ρωτάει ένα κοριτσάκι στη μάνα του: «Μαμά, γιατί στο κεφάλι σου έχεις βγάλει άσπρες τρίχες?» κι εκείνη του απαντάει με περισσή εξυπνάδα: «Γιατί όταν ένα κοριτσάκι στεναχωρεί τη μαμά του, εκείνη από τη στεναχώρια της βγάζει και μια άσπρη τρίχα»... «Αααα!» λέει το κοριτσάκι «Τώρα κατάλαβα γιατί η γιαγιά έχει όλο της το κεφάλι κάτασπρο!»

Αν ο καθένας πάρει το δισάκι του στον ώμο και απομακρυνθεί από το σπίτι του μετά τα 18, είναι πολύ δύσκολο να επανέλθει αναίμακτα! Μία, μία μόνο ήτανε η μέρα που χρειάστηκε να μείνω με την λοιπή μου οικογένεια, κάτι λιγότερο από ένα 24ωρο για να καταλάβω πως μας αρέσει περισσότερο να ξοδεύουμε τα χρήματά μας σε τηλεφωνικές επικοινωνίες του τύπου «Πώς είσαι? Τι έφαγες? Πώς τα περνάς?» παρά να είμαστε, να τρώμε και να περνάμε τoν χρόνο μας όλοι μαζί για πάνω από x ώρες! Σκορπισμένη η ευρύτερη οικογένεια εδώ και αρκετά χρόνια στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα εν Ελλάδι και ενίοτε στα εξωτερικά, είπε η τύχη, αν και μαύρη,  να μας «ενώσει» ένα Σαββατοκύριακο (εκτός από τα καθιερωμένα). Όπου το «ενώσει» αποτελεί σχήμα λόγου. Διότι η χημεία, απαραίτητο συστατικό των κάθε λογής σχέσεων,  έχει κι εκείνη τη διπλή της φύση. Και το να την αναζητούμε σε κάθε μας σχέση δεν προεξοφλεί μόνο χημικές ενώσεις, αλλά και χημικές αντιδράσεις, ενίοτε μάλιστα εκρηκτικές. Διανύοντας, λοιπόν, έκαστος διαφορετική δεκαετία στη ζωή του, άλλος την 4η, άλλος την 6η, άλλος την 7η και άλλος την 8η, το χάσμα δε φαντάζει απλά γενεών, αλλά μάλλον γενναίων, όπου πρέπει όλοι να επιδείξουνε θάρρος, αρετή και τόλμη για να υπερκεράσουνε το «εγώ» τους, το χτισμένο εδώ και πολλές δεκαετίες, για να μην πω οχυρωμένο σαν κάστρο απόρθητο σε πυρά και βέλη.  
Κανείς δε θέλει να βγει από το καβούκι του, κανείς να κάνει πίσω στη γραμμή του. Ο καθείς έχει μάθει με ένα δικό του modus vivendi, απαράβατο που λειτουργεί ως μέτρο για να μετρήσει του αλλουνού και να το αποδείξει λάθος! Ο ένας αναζητάει την ησυχία του, ο άλλος ζει με τη φασαρία, ο τρίτος θέλει να γκρινιάζει, ο άλλος να είναι στεναχωρημένος και να το δείχνει και γενικώς στο τέλος η ένταση κορυφώνεται για να γίνει υπερένταση που τρώει την ηρεμία τη δική του και τα σωθικά του άλλου, και καταπίνει κάθε ίχνος διακριτικότητας, ώστε να γίνουμε μαλλιά κουβάρια! Προβλήματα σοβαρά δεν έχουμε, αλλά μια χαρά τα κατασκευάζουμε. Τα «κατηγορώ», που δεν έχουνε σαφώς καμία κακία, εκσφενδονίζονται σαν δηλητηριώδη βέλη στον άλλον και σίγουρα λέγονται πάνω σε νεύρα και πιο σίγουρα αυτός που τα είπε δεν τα εννοούσε: «Δε θες κανέναν, έχεις μάθει μόνη σου!» φωνάζει η μάνα μου γεμάτη οργή! Που αν το «αναλύσεις» στην τελική ναι, όταν δουλεύω, που η δουλειά μου σημαίνει διάβασμα ΠΟΛΥ και γράψιμο, θέλω απομόνωση, ηρεμία και μία συγκέντρωση που όσο κι αν θέλω να βγάλω τη γυναικεία μου φύση -που θέλει ταυτόχρονα να μαγειρεύω, να μιλάω στο τηλέφωνο, να προσέχω το πιτσιρίκι, να σιδερώνω το πουκάμισο του άντρα μου και να μου διαβάζουνε το ζώδιό μου στην τηλεόραση- εγώ απαιτώ ΗΣΥΧΙΑ και να μην κουνιέται φύλλο! Καμιά φορά με ενοχλούν και οι ανάσες! Στο κάτω-κάτω ούτε πιτσιρίκι έχω για να το προσέχω, ούτε άντρα για να του σιδερώσω το πουκάμισο, ούτε τηλεόραση για να παρακολουθώ τα ζώδια! Και αν ποτέ αποκτήσω θα είναι από επιλογή μου, όχι από επιλογή άλλων. Στον αντίποδα της εξομολόγησης και υπεράσπισης του δικαίου βρίσκεται η λεγόμενη αντεπιχειρηματολογία, η οποία κραυγάζει με εκκωφαντικό κρότο και με μια φωνή που υποστηρίζει πως δεν φύτρωσα, αλλά γεννήθηκα από ανθρώπους που πάντα έτρεχαν για μένα, πάντα με νοιάζονταν και πάντα θυσιάζονταν. Αυτά περί τύψεων όμως, διότι ουδείς ισχυρίστηκε το αντίθετο! Ούτε μειώνει τις αποστάσεις! Άλλωστε οι αποστάσεις που μειώθηκαν είναι σαφώς μόνο οι χιλιομετρικές! Η τεχνολογία για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ανίκανη να μειώσει τις ψυχολογικές ή αυτές της συνεννόησης! Κι ας πληγώνονται οι τεχνοκράτες!
Οι σχέσεις είναι περίεργες και σαφώς οριακές! Μπορεί κανείς να παρατραβήξει το σκοινί και να θιχτείς. Μπορεί να τραβήξει και μια κλωστή και να ‘ναι αυτή από την οποία κρέμεται η σχέση. Στα πλαίσια της (ελληνικής) οικογένειας τα πράγματα είναι εντονότερα! Μας αρέσει το «όλοι», το οικογενειακό, το ζεστασιάρικο, αλλά οι ηλικίες έχουνε όρια. Όχι στις δυνατότητες, αλλά στις αντοχές και στις ανοχές! Όσο για ενοχές? Κανένα «εγώ» εν θερμώ δεν έχει ενοχές. Μόνο το «εσύ» είναι ενοχικό, και γι’ αυτό έχει φροντίσει μια χαρά το «εγώ». Και τι κρίμα που αυτά τα κυριακάτικα πρωινά δεν είναι πάντα σαν εκείνες τις οικογένειες της διαφήμισης του Βιτάμ, όπου όλοι είναι χαρούμενοι, τα παιδιά παίζουνε με το σκύλο στο σαλόνι, ο μπαμπάς φιλάει τη μαμά στο στόμα πεταχτά και την πιάνει απ’ τη μέση, καθώς εκείνη αλείφει τη φέτα, ενώ η γιαγιά-πεθερά στέκεται τρισευτυχισμένη πιο δίπλα που το παιδί της έκανε τον τέλειο γάμο! Και αναρωτιέμαι: «Λετε να φταίει που για πρωινό προχθές δε φάγαμε Βιτάμ, αλλά τραχανά?»



Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Homo synchronus est

Εγώ πάντως με την κεκτημένη ταχύτητα έχω ένα θέμα! Όχι πως δεν την έχω μπόλικη, όπως όλοι άλλωστε, αλλά δεν την πάω ρε παιδί μου, πώς το λένε? Όλη την ώρα χώνει τη μούρη της παντού. Είναι υπεύθυνη και συνυπεύθυνη για τα λάθη μου και για τις μελανιές στο πόδι μου. Αρπάζει με τα κοφτερά της δόντια την ηρεμία μου και τον ελεύθερό μου χρόνο και μου τα κάνει αμφότερα χίλια κομμάτια! Γενικώς βολεύεται τρυπώνοντας στα μηνίγγια μου ή ακόμα πιο βαθιά στην άβυσσο μίας κυρίας που τη λεν ψυχή και μου πετάει στα μούτρα κάτι λόγια, όπως: «Τι κάνεις τώρα και κάθεσαι?» και κάτι τέτοια... Πάντως φυτρώνει όπου δεν την σπέρνεις και κλοτσάει –εκτός από την τύχη μου- και τη μνήμη μου να πάει πιο πέρα. Ωστόσο όσο να πεις, οι προσπάθειες αναστήλωσής της με τα γνωστά πολύτιμα χαρτάκια υπενθύμισης ή με άλλα δεκανίκια του μνημονικού σου δεν την παραβγαίνουν. Κι αντί να ξεχάσεις κάτι άσχημες αναμνήσεις, ξεχνάς να φας ή να πάρεις τα παιδιά από το σχολείο!
Α ναι βέβαια! Παίρνει πάσα η λήθη. Αυτή παντρεύτηκε με την αφηρημάδα και είχανε κουμπάρους τα προβλήματα, τους προβληματισμούς και το άγχος! Και αυτή το ίδιο! Χώνεται παντού! Τις προάλλες, ας πούμε, η γειτόνισσα άφησε τα κλειδιά έξω από την πόρτα να κρέμονται, ενώ έφυγε! Λες κι είναι εποχές Πουλόπουλου «Άσε την στην πόρτα το κλειδί!». Δε μας φτάνει που μας ανοίξανε και τις δυο το σπίτι μας δυο φορές! Ενώ η Μαρία! Άλλη κι εκείνη! Έφαγε τον τόπο να ψάχνει στα πράγματά μας τα γυαλιά της που φορούσε στο κεφάλι της –ποιος ξέρει τι σκοτούρες είχε μέσα του- ενώ εγώ, η καλύτερη (!!!),  έψαχνα κάποτε το κινητό μου να το βάλω στην τσάντα μου, ενώ το είχα στο αφτί και μιλούσα!  
Μεγαλώνουμε και πάμε πακέτο με όλα αυτά τα συμπαρομαρτούντα ή έχει αλλάξει ο κόσμος γύρω μας? Προσωπικά έχω γίνει και προσεκτικότερη στις ταμπέλες που λέγαμε τις προάλλες! Κάποτε έβριζα αβέρτα όποιον έκανε καμιά βλακεία από στραβομάρα, αφηρημάδα ή ό,τι άλλο. Τώρα απλά το βουλώνω. Αναρωτιέμαι πόσα να έχει και εκείνος ο άνθρωπος στο κεφάλι του. Ποια λύτρωση γυρεύει και ποια αξιοπρέπειά του σέρνεται στο πάτωμα. Τι εκκρεμότητες τον κυνηγούν, όπως τον Ορέστη οι Ερινύες και πόση όρεξη έχει για μαλώματα. Άλλωστε δεν θα ‘χει ούτε κι εκείνος χρόνο. Η ταχύτητα που λέγαμε η κεκτημένη σβαρνίζει τους πάντες και τα πάντα απ’ τη μύτη και μετά τους ρουφάει σαν τη σκούπα. Παρασέρνει στο πέρασμά της ό,τι βρει: ευκαιρίες, χρόνο, λάθη, ζημιές, σκουντουφλιές... Το πιο επικίνδυνο? Τα αυτοκίνητα νομίζεις πως μετακινούνται με αυτόματο πιλότο. Οι οδηγοί κοιτάζουν μα δε βλέπουνε, βιάζονται, αλλά χωρίς σκοπό ιδιαίτερο. Στραβοτιμονιάζουν, στραβοτιμονιάζω, βρίζουν, βρίζω, μουντζώνουν, γελάω. Κάποτε έβριζα περισσότερο. Τώρα έχω για όλους μια καλή δικαιολογία: ζούνε όλοι για να δουλεύουνε. Δουλεύουνε όσοι έχουνε δουλειά. Η δουλειά πρέπει να έχει αξιοπρέπεια. Η αξιοπρέπεια γιατί υπάρχει πια ως λήμμα στο λεξικό?
Homo ksehasiarius, homo grigorus, homo epicindinus, homo afirimenus, homo vlammenus…όπως και να τον πεις, η ουσία είναι μία: διαφορετικές πτυχές ή εκφάνσεις του homo synchronus!
Όσο για τις ερωτήσεις του τύπου: Πώς τα προλαβαίνεις όλα αυτά? Πώς γίνεται να είσαι ταυτόχρονα και εδώ και εκεί? Πώς γίνεται να κάνεις τόσο πολλά πράγματα? Πώς γίνεται να δουλεύεις σε δύο δουλειές ταυτόχρονα? Και τρεις μη σου πω... Πες μου πώς γίνεται και πες μου πώς γίνεται? Ε γίνεται! Αν ξεχνάς καθώς γερνάς...Άλλωστε με τόσα που κάνω -από κεκτημένη ταχύτητα φυσικά, γιατί νόημα δεν ξέρω αν έχουν- αισθάνομαι πράγματι σαν τον Υπαρκτό Σοσιαλισμό του Στάλιν: Πλασάρω με τη θεωρία μου το Ιδεατό: όλα γίνονται, άρα όλα τα μπορώ, αλλά στο τέλος ΦΥΣΙΚΑ και καταρρέω παίρνοντας στον λαιμό μου ό,τι και όποιον βρω...
Γι’ αυτό να (με) προσέχετε!