Χωρίς δεύτερη κουβέντα κάθισα κάτω ακουμπώντας ελαφρά την πλάτη στον τοίχο για να στηρίζομαι και να μη χάσω την ισορροπία μου. Και ενώ τα αφτιά μου άκουγαν προσεκτικά τον ομιλητή, τα μάτια μου ξέφυγαν από την ως εκείνη τη στιγμή προσήλωση στα λεγόμενα και άρχισαν να περιφέρονται ανάμεσα σε πολλά ζευγάρια παπούτσια. Βρέθηκαν ανάμεσα σε πολλά πόδια και άρχισαν να οργώνουν το πάτωμα και να σέρνονται από ζευγάρι σε ζευγάρι σαν τα ποντικάκια που ρινηλατούν στο πάτωμα της αποθήκης. Έστεκαν διστακτικά σε μιαν άκρη και παρατηρώντας εξονυχιστικά τα υποδήματα άρχισαν να βλέπουν τον κόσμο ανάποδα από κάτω προς τα πάνω και με μια διάθεση αντίστροφη. Υπάρχει ένας άλλος κόσμος πέρα από εκείνον που κρύβουν τα μάτια στο πρόσωπο. Υπάρχει ο κόσμος των παπουτσιών, των ποδιών. Πες μου τι παπούτσι φοράς να σου πω ποιος ή τι είσαι!
Οι περισσότεροι φορούσαν χρώμα μαύρο. Οι εξαιρέσεις ελάχιστες. Χειμώνας γαρ. Το καφέ ή το κόκκινο αποτελούσαν τη μειοψηφία. Το μαύρο πενθεί αλλά δεν προδίδει ποτέ. Κόβει αλλά και σε βγάζει από τη δύσκολη θέση. Κρύβει την ανασφάλειά σου απέναντι στις συνδυαστικές σου ανικανότητες. Το σκούρο είναι μελαγχολικό χρώμα. Αλλά τα σχέδια ποίκιλλαν πολύ: άλλα είχαν μύτες οξείες έτοιμες να σου επιτεθούν και άλλα μύτες στρογγυλεμένες πιστές στην άνεση. Άλλα είχαν μια γυαλάδα λούστρινη που θα ζήλευε και ο πιο καθαρός καθρέφτης και άλλα μια λασπωμένη θαμπάδα που πρόδιδε τις αντίξοες συνθήκες στις οποίες επιβιώνουν. Κάποια είχαν τακούνι, διότι έπρεπε να δηλώσουν πάραυτα και ανυπερθέτως τη γυναικεία τους φύση!!! Όμως το τακούνι δεν ήταν για όλες το ίδιο. Άλλα τακούνια ήταν χαμηλότερα και άλλα υψηλότερα, αντιστρόφως ανάλογα με την ηλικία. Τα πόδια που ισορροπούσαν επάνω τους ήταν λεπτότερα και λιγότερο πρησμένα στα πιο στιλάτα και στιλέτα, ενώ τα λιγότερο κομψά σήκωναν το βάρος μιας γερόντικης κινητικής ανικανότητας, κουρασμένης να σύρει την ανεπίδεκτη βραδεία βάδιση. Κάποια φωνασκούσαν ότι ο τόπος προέλευσης ήταν ένα φαρμακείο με προϊόντα ποιότητας, ενώ άλλα διατυμπάνιζαν ότι αγοράστηκαν από καταστήματα ξιπασμένης πολυτέλειας που φιγούραρε σε βιτρίνα της Τσιμισκή. Τα αξεσουάρ, όπως κορδόνια, γουνάκια, κουμπιά ή φερμουάρ σε άλλα υποδήματα παντρεύονταν και σε άλλα προτιμούσε καθένα τη μοναξιά.
Οι άντρες φυσικά πιο αυστηροί και εδώ! Περιορισμένων αναγκών και στόχων: το παπούτσι στοχεύει στην άνεση. ΣΤΟΠ! Δετό ή μοκασινέ. ΣΤΟΠ! Σε κρεπ ή σε δερμάτινη εκδοχή. ΣΤΟΠ! Λιγότερο, περισσότερο ή εντελώς αθλητικό. ΣΤΟΠ! Σπαρτιάτικα. Παραλλαγές σε δέρμα φιδιού ή σε πάνινο, σε μέγεθος επιδεικτικά μεγαλύτερο από το θηλυκού γένους υπόδημα, το αντίστοιχο ανδρικό θέλει να δηλώσει ότι το παπούτσι είναι ανάγκη και οφείλει να σέβεται την άνεση.
Με αυτήν την εκδοχή δε συμφωνούν παρά ελάχιστες γυναίκες, ειδικά αν πρόκειται για νεαρές σε ηλικία. Τα ψηλά παπούτσια μπορούν να δείχνουν αυτοπεποίθηση μιας προσωπικότητας που έχει θέσει υψηλούς στόχους, ταυτόχρονα όμως, όταν αντί να τα περπατάς σε περπατούν ή ακόμη χειρότερα σε πατούν ή σε χτυπούν επιβεβαιώνουν την ανασφάλειά σου να αποδεχτείς την καθ’ ύψος και όχι μόνο ταυτότητά σου. Όταν πάλι το φαρμακείο καθορίζει εκτός από τα γεύματά σου σε εναιωρήματα και τα βήματά σου και μάλιστα βροντοφωνάζει το υπόδημα από χιλιόμετρα ότι αγοράστηκε μαζί με υπογλώσσια και ένα κουτί Depon ή Fenistil, τότε συνήθως σημαίνει πως τα κεριά στην τούρτα γενεθλίων σου αρχίζουν να ζυγίζουν όσο και η τούρτα.
Οι περισσότερες γυναίκες πάντως θεωρούν τα παπούτσια απαραίτητο αξεσουάρ και όχι μόνο. Για κάποιο λόγο θεωρούν ότι είναι σαρανταποδαρούσες. Και αγοράζουν αρκετά, αλλά λιγουρεύονται κι άλλα και χαλβαδιάζουν τα καινούργια και εν τέλει φοράνε λίγα. Η ανασφάλεια οδηγεί σε φορτωμένες παπουτσοθήκες ή παραγεμισμένες αποθήκες. Ωστόσο κάποιες προσπαθούν να ισορροπήσουν σε «ανεμοδαρμένα ύψη», επειδή αυτά πλασάρονται ως κομψοτεχνήματα illustration περιοδικών μοδός, αλλά, όταν εν τέλει ανέβουν «εκεί ψηλά», πολλές που δε γνωρίζουν το σπορ, αντί να «ανέβουν», πέφτουν χαμηλά. Ενίοτε γελοιοποιούνται, άλλες φορές πάλι ξεφτιλίζονται. Οι άντρες κοροϊδεύουν. Αλλά το ψηλοτάκουνο το θαυμάζουν. Το δυστυχές είναι ότι το περιοδικό και η tv έβαλε το δωδεκάποντο να περιφέρεται στην κουζίνα καθώς ετοιμάζεις μουσακά και άλλοτε να πατάει το κουμπί να ανοίξει η ηλεκτρική.
Οι περισσότεροι φορούσαν χρώμα μαύρο. Οι εξαιρέσεις ελάχιστες. Χειμώνας γαρ. Το καφέ ή το κόκκινο αποτελούσαν τη μειοψηφία. Το μαύρο πενθεί αλλά δεν προδίδει ποτέ. Κόβει αλλά και σε βγάζει από τη δύσκολη θέση. Κρύβει την ανασφάλειά σου απέναντι στις συνδυαστικές σου ανικανότητες. Το σκούρο είναι μελαγχολικό χρώμα. Αλλά τα σχέδια ποίκιλλαν πολύ: άλλα είχαν μύτες οξείες έτοιμες να σου επιτεθούν και άλλα μύτες στρογγυλεμένες πιστές στην άνεση. Άλλα είχαν μια γυαλάδα λούστρινη που θα ζήλευε και ο πιο καθαρός καθρέφτης και άλλα μια λασπωμένη θαμπάδα που πρόδιδε τις αντίξοες συνθήκες στις οποίες επιβιώνουν. Κάποια είχαν τακούνι, διότι έπρεπε να δηλώσουν πάραυτα και ανυπερθέτως τη γυναικεία τους φύση!!! Όμως το τακούνι δεν ήταν για όλες το ίδιο. Άλλα τακούνια ήταν χαμηλότερα και άλλα υψηλότερα, αντιστρόφως ανάλογα με την ηλικία. Τα πόδια που ισορροπούσαν επάνω τους ήταν λεπτότερα και λιγότερο πρησμένα στα πιο στιλάτα και στιλέτα, ενώ τα λιγότερο κομψά σήκωναν το βάρος μιας γερόντικης κινητικής ανικανότητας, κουρασμένης να σύρει την ανεπίδεκτη βραδεία βάδιση. Κάποια φωνασκούσαν ότι ο τόπος προέλευσης ήταν ένα φαρμακείο με προϊόντα ποιότητας, ενώ άλλα διατυμπάνιζαν ότι αγοράστηκαν από καταστήματα ξιπασμένης πολυτέλειας που φιγούραρε σε βιτρίνα της Τσιμισκή. Τα αξεσουάρ, όπως κορδόνια, γουνάκια, κουμπιά ή φερμουάρ σε άλλα υποδήματα παντρεύονταν και σε άλλα προτιμούσε καθένα τη μοναξιά.
Οι άντρες φυσικά πιο αυστηροί και εδώ! Περιορισμένων αναγκών και στόχων: το παπούτσι στοχεύει στην άνεση. ΣΤΟΠ! Δετό ή μοκασινέ. ΣΤΟΠ! Σε κρεπ ή σε δερμάτινη εκδοχή. ΣΤΟΠ! Λιγότερο, περισσότερο ή εντελώς αθλητικό. ΣΤΟΠ! Σπαρτιάτικα. Παραλλαγές σε δέρμα φιδιού ή σε πάνινο, σε μέγεθος επιδεικτικά μεγαλύτερο από το θηλυκού γένους υπόδημα, το αντίστοιχο ανδρικό θέλει να δηλώσει ότι το παπούτσι είναι ανάγκη και οφείλει να σέβεται την άνεση.
Με αυτήν την εκδοχή δε συμφωνούν παρά ελάχιστες γυναίκες, ειδικά αν πρόκειται για νεαρές σε ηλικία. Τα ψηλά παπούτσια μπορούν να δείχνουν αυτοπεποίθηση μιας προσωπικότητας που έχει θέσει υψηλούς στόχους, ταυτόχρονα όμως, όταν αντί να τα περπατάς σε περπατούν ή ακόμη χειρότερα σε πατούν ή σε χτυπούν επιβεβαιώνουν την ανασφάλειά σου να αποδεχτείς την καθ’ ύψος και όχι μόνο ταυτότητά σου. Όταν πάλι το φαρμακείο καθορίζει εκτός από τα γεύματά σου σε εναιωρήματα και τα βήματά σου και μάλιστα βροντοφωνάζει το υπόδημα από χιλιόμετρα ότι αγοράστηκε μαζί με υπογλώσσια και ένα κουτί Depon ή Fenistil, τότε συνήθως σημαίνει πως τα κεριά στην τούρτα γενεθλίων σου αρχίζουν να ζυγίζουν όσο και η τούρτα.
Οι περισσότερες γυναίκες πάντως θεωρούν τα παπούτσια απαραίτητο αξεσουάρ και όχι μόνο. Για κάποιο λόγο θεωρούν ότι είναι σαρανταποδαρούσες. Και αγοράζουν αρκετά, αλλά λιγουρεύονται κι άλλα και χαλβαδιάζουν τα καινούργια και εν τέλει φοράνε λίγα. Η ανασφάλεια οδηγεί σε φορτωμένες παπουτσοθήκες ή παραγεμισμένες αποθήκες. Ωστόσο κάποιες προσπαθούν να ισορροπήσουν σε «ανεμοδαρμένα ύψη», επειδή αυτά πλασάρονται ως κομψοτεχνήματα illustration περιοδικών μοδός, αλλά, όταν εν τέλει ανέβουν «εκεί ψηλά», πολλές που δε γνωρίζουν το σπορ, αντί να «ανέβουν», πέφτουν χαμηλά. Ενίοτε γελοιοποιούνται, άλλες φορές πάλι ξεφτιλίζονται. Οι άντρες κοροϊδεύουν. Αλλά το ψηλοτάκουνο το θαυμάζουν. Το δυστυχές είναι ότι το περιοδικό και η tv έβαλε το δωδεκάποντο να περιφέρεται στην κουζίνα καθώς ετοιμάζεις μουσακά και άλλοτε να πατάει το κουμπί να ανοίξει η ηλεκτρική.
Γίνεται? Ε δε γίνεται!